ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ (ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ)
- Κων/να Σαραντοπούλου
- Mar 27
- 11 min read

Τα Σπουδαιότερα Αρχαία Ελληνικά Θέατρα
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου βρίσκεται στον χώρο του Ασκληπιείου Επιδαύρου πολύ κοντά στο χωριό Λυγουριό. Θεωρείται το τελειότερο αρχαίο ελληνικό θέατρο από άποψη ακουστικής και αισθητικής.
Το αρχαίο θέατρο χτίστηκε μεταξύ του 340 π.Χ. και του 330 π.Χ. από τον Αργείο αρχιτέκτονα Πολύκλειτο τον Νεότερο για διασκέδαση των ασθενών του Ασκληπιείου αλλά και ως ένα μέσο θεραπείας, καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως η παρακολούθηση θεάτρου είχε ευεργετικά αποτελέσματα για την ψυχική και σωματική υγεία των ασθενών.

Η λατρεία του Ασκληπιού πλαισιωνόταν με αθλητικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες όπως και από παραστάσεις δράματος. Έτσι, οι εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν στο θέατρο αποτελούσαν αναπόσπαστο, ουσιαστικό μέρος των εορταστικών δρωμένων προς τιμήν του ιατρού-Θεού.
Το αρχαίο θέατρο είχε χωρητικότητα 13.000 θεατών. Χωρίζεται σε δύο μέρη, το πάνω των 21 σειρών καθισμάτων για το λαό και το κάτω με 34 σειρές καθισμάτων, για τους ιερείς και τους άρχοντες. Η αρχιτεκτονική μορφή της σκηνής του θεάτρου της Επιδαύρου δείχνει ότι αυτό προοριζόταν για την παρουσίαση δραμάτων με την καθιερωμένη μορφή που οριστικοποιήθηκε στην Αθήνα κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.
Αντίθετα απ’ ό,τι συνέβη σε άλλα θέατρα των κλασικών ή Ελληνιστικών χρόνων, το συγκεκριμένο δεν αναμορφώθηκε κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια κι έτσι διατήρησε την αυθεντική του μορφή μέχρι το τέλος της αρχαιότητας. Κατά την επικρατέστερη επιστημονική άποψη κατασκευάστηκε σε δύο φάσεις. Η πρώτη τοποθετείται στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα, κάπου στο τέλος της πρώτης περιόδου ακμής του Ασκληπιείου που συνοδεύτηκε από σημαντική οικοδομική ανάπτυξη ενώ η δεύτερη συμπίπτει με τα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα.
Το θέατρο της Επιδαύρου αποκαλύφθηκε ύστερα από ανασκαφές που πραγματοποίησε ο αρχαιολόγος Π. Καββαδίας, υπό την αιγίδα της Αθηναϊκής Αρχαιολογικής Εταιρείας κατά το διάστημα 1870-1926.
Αρχαίο Θέατρο Διονύσου
Το θέατρο του Διονύσου είναι ο σημαντικότερος γνωστός υπαίθριος θεατρικός χώρος στην αρχαία Αθήνα. Αποτελούσε μέρος του ιερού του Ελευθερέως Διονύσου που βρισκόταν στις νοτιοανατολικές παρυφές της Ακρόπολης και υπήρξε ο βασικός τόπος παράστασης του αττικού δράματος αφού φιλοξενούσε τα Μεγάλα Διονύσια, τη μεγαλύτερη θεατρική γιορτή της πόλης των Αθηνών.

Το θέατρο ήταν αρχικά μόνο ένα μέρος του περιβόλου ή τεμένους του Διονύσου. Ο περίβολος περιείχε τον αρχαιότερο ναό του Διονύσου και ένα θυσιαστικό βωμό. Αργότερα προστέθηκε μια αίθουσα ή στοά εξαλείφοντας τον παλαιότερο ναό και χτίστηκε ένας δεύτερος ναός επεκτείνοντας νότια τα όρια του περιβόλου.
Η χωρητικότητα του θεάτρου υπολογίζεται σε 15.000 περίπου θεατές που κατανέμονταν σε κερκίδες. Η ψηλότερη σειρά θέσεων του θεάτρου υψωνόταν περίπου 35 μέτρα επάνω από το χαμηλότερο μέρος του περιβόλου και πριν από την κατασκευή της στοάς και της σκηνής οι θεατές μπορούσαν να δουν το ναό και το βωμό θυσιών από το θέατρο.
Το πιο σημαντικό για τους Αθηναίους ήταν το γεγονός ότι ο ίδιος ο Διόνυσος -που ήταν παρών μέσω του λατρευτικού του αγάλματος στην μπροστινή σειρά- μπορούσε να βλέπει όχι μόνον τις παραστάσεις που δίνονταν προς τιμήν του αλλά και τις θυσίες που προσφέρονταν στον βωμό του. Η αναστήλωση του θεάτρου του Διονύσου ξεκίνησε το 2002.
Ωδεία
Το θέατρο του Διονύσου διέθετε τρία ωδεία. Το πρώτο βρίσκονταν κοντά στον Εννεάκουνο, το δεύτερο ήταν αυτό του Περικλή και το τρίτο κτίστηκε από τον Ηρώδη τον Αττικό. Ειδικά το Ωδείο Ηρώδου Αττικού είναι γνωστό σήμερα σε όλους μας λόγω του πλήθους των εκδηλώσεων που φιλοξενεί.
Το πρώτο ωδείο χρονολογείται πριν το θέατρο του Διονύσου. Σε αυτό έδιναν την παράστασή τους οι ραψωδοί και οι κιθαρωδοί. Δεν έχει διασωθεί ποιος το έκτισε, ούτε αν καταστράφηκε κατά την επιδρομή των Περσών στην Αθήνα. Κατά την διάρκεια του 5ου και τον 4ο αιώνα π.Χ. χρησιμοποιήθηκε για πολιτικούς και στρατιωτικούς σκοπούς, αλλά και ως αποθηκευτικός χώρος για τα σιτηρά της Αθήνας.

Στον χώρο αυτό γινόταν και η εναρκτίρια τελετή των Διονυσιακών αγώνων, μια τελετή στην οποία οι δραματικοί ποιητές ανήγγειλαν τους τίτλους των έργων τους. Την εποχή του Παυσανία ήταν ένα από τα λαμπρότερα κτίρια της Αθήνας.
Στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ., ανοικοδομώντας την αρχαία Ακρόπολη, ο Περικλής έχτισε ένα ωδείο βορειοανατολικά του θεάτρου. Το κτίριο μνημονεύτηκε από τον Ψευτο-Δικαίαρχο ως το λαμπρότερο κτίριο του κόσμου. Λένε ακόμα, ότι ο Ξέρξης το αντέγραψε για να κτίσει την σκηνή του, χρησιμοποιώντας τα κατάρτια από τα Περσικά καράβια.
Όταν ο Σούλας κατέλαβε την Αθήνα την 1η Μαρτίου 86 π.Χ., ο Αριστίων κατέφυγε στην Ακρόπολη, ενώ προηγουμένως πυρπόλησε το ωδείο για να μην το χρησιμοποιήσουν οι Ρωμαίοι για ορμητήριο. Η τελευταία καταγραφή που έχουμε για το ωδείο αναφέρει ότι περίπου τριάντα χρόνια αργότερα ο βασιλιάς Αριοβαρζάνης Β΄ το ξαναέκτισε.
Το τρίτο ωδείο κτίστηκε λίγο μετά το 160 π.Χ. στο νοτιοδυτικό κλίτος του βράχου της Ακρόπολης από τον Ηρώδη τον Αττικό. Το έκτισε στην μνήμη της συζύγου του, της Αππίας Άννας Ρεγίλλας, η οποία είχε πεθάνει ένα χρόνο πριν.
Αρχαίο Θέατρο Δελφών
Το θέατρο των Δελφών είναι ένα από τα λίγα θέατρα της αρχαίας Ελλάδας, για το οποία είναι γνωστή η ηλικία, οι περισσότερες μορφές που είχε στη διάρκεια των αιώνων, το συνολικό του σχέδιο και η όψη του κοίλου. Βρίσκεται μέσα στο ιερό του Απόλλωνα, στη βορειοδυτική γωνία και στη συνέχεια του περιβόλου του.

Στην αρχαιότητα φιλοξενούσε τους αγώνες φωνητικής και ενόργανης μουσικής, που διεξάγονταν στο πλαίσιο των Πυθίων και άλλων θρησκευτικών εορτών και τελετουργιών, των οποίων η σημασία προσδίδει στο μνημείο πνευματική και καλλιτεχνική αξία ισότιμη με την αθλητική ιδέα που συμβολίζει το αρχαίο στάδιο της Ολυμπίας. Η πρώτη μορφή του θεάτρου δεν μας είναι γνωστή. Είναι πιθανό ότι οι θεατές κάθονταν σε ξύλινα καθίσματα ή απ’ ευθείας στο έδαφος.
Αργότερα, τον 4ο αιώνα π.Χ., κτίσθηκε στο σημείο το πρώτο πέτρινο θέατρο και ακολούθησαν πολλές επισκευές του. Τη σημερινή του μορφή με τη λιθόστρωτη ορχήστρα, τα λίθινα εδώλια και τη σκηνή την πήρε κατά τους πρώιμους Ρωμαϊκούς χρόνους, το 160/159 π.Χ., όταν ο Ευμένης Β΄ της Περγάμου χρηματοδότησε τις κατασκευαστικές και επισκευαστικές εργασίες που έγιναν στο μνημείο.
Το κοίλο του θεάτρου διαμορφώθηκε στα βόρεια και δυτικά βάση του φυσικού εδάφους και στα νότια και ανατολικά με τεχνητή επιχωμάτωση. Διαιρείται με το διάζωμα σε δύο ζώνες, από τις οποίες η ανώτερη έχει 8 σειρές εδωλίων και η κατώτερη 27. Οι δύο ζώνες χωρίζονται με ακτινωτές κλίμακες, σε έξι κερκίδες η επάνω και σε επτά η κάτω, συνολικής χωρητικότητας 5.000 θεατών. Η πεταλοειδής ορχήστρα πλαισιώνεται από αποχετευτικό αγωγό, ενώ το πλακόστρωτο δάπεδό της και το θωράκιο προς την πλευρά του κοίλου ανήκουν στους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Στους τοίχους των παρόδων είναι εντοιχισμένες απελευθερωτικές επιγραφές, το κείμενο των οποίων, όμως, έχει χαθεί λόγω της φθοράς που έχει υποστεί η επιφάνεια των λιθοπλίνθων. Από τη σκηνή είχαν απομείνει μόνο τα θεμέλια, φαίνεται όμως ότι χωριζόταν σε δύο μέρη, το προσκήνιο και την κυρίως σκηνή. Τον 1ο αιώνα μ.Χ. η πρόσοψη του προσκηνίου διακοσμήθηκε με ζωφόρο, στην οποία απεικονίζονταν οι άθλοι του Ηρακλή. Στο θέατρο έχουν γίνει ανασκαφές και εργασίες συντήρησης, ωστόσο το μνημείο είχε υποστεί αρκετές φθορές.
Αρχαίο Θέατρο Βεργίνας
Το θέατρο της αρχαίας πόλης των Αιγών βρίσκεται στη Βεργίνα, στον νομό Ημαθίας. Το θέατρο και το γειτονικό ανάκτορο σχηματίζουν ενιαίο οικοδομικό συγκρότημα το οποίο σχεδιάστηκε και κτίστηκε στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Το αρχαίο θέατρο της Βεργίνας αποτελεί, μαζί με το γειτονικό ανάκτορο, τη σπουδαιότερη περιοχή της αρχαίας πόλης των Αιγών.

Η σημασία του ως ένα από τα παλαιότερα λίθινα θέατρα του Ελληνικού χώρου, αλλά και η ιστορική του σπουδαιότητα -αφού σχετίζεται με τη δολοφονία του Φιλίππου Β’- το καθιστούν πόλο έλξης για ένα μεγάλο αριθμό επισκεπτών.
Το μνημείο ήρθε στο φως το 1982 από τον καθηγητή Μ. Ανδρόνικο, ενώ η έρευνά του συνεχίζεται ως σήμερα από την καθηγήτρια Σ. Δρούγου, η οποία έχει και την ευθύνη της επιστημονικής του μελέτης. Έκτοτε δεν έχει δεχθεί ποτέ επεμβάσεις συντήρησης και η εικόνα του είναι αυτή που έφερε στο φως η ανασκαφική έρευνα.
Στραμμένο προς βορρά, το θέατρο της Βεργίνας διαμορφώνεται στην πλαγιά του πλατώματος του ανακτόρου και σε απόσταση 50 – 60 μ. από αυτό. Στη σημερινή σωζόμενη μορφή του, διατηρεί την πρώτη σειρά των λίθινων εδωλίων, το λαξευμένο λίθινο ρείθρο πλάτους 0,50 μ.. περιμετρικά της ορχήστρας, και τους διαδρόμους, οι οποίοι είναι κατασκευασμένοι από λατύπη σφηνωμένη στο χώμα και χωρίζουν το κοίλο σε εννέα κερκίδες. Για τις ανάγκες της διαμόρφωσης του κοίλου, λαξεύτηκε το φυσικό έδαφος, ενώ το δυτικό τμήμα του, δημιουργήθηκε με επιχωματώσεις στα σημεία που απουσίαζε η απαιτούμενη φυσική πλαγιά.
Αρχαίο Θέατρο Δωδώνης
Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης στην Ήπειρο είναι από τα μεγαλύτερα και καλύτερα σωζόμενα αρχαία ελληνικά θέατρα. Η χωρητικότητα του θεάτρου είναι 17.000 θεατές. Αποτελούσε τμήμα του ιερού της Δωδώνης και κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. από τον βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο μεταξύ 297 και 272 π.Χ.. Ο Πύρρος, θέλησε με αρχιτεκτονικά μνημεία και οικοδομήματα να στολίσει τις περιοχές του βασιλείου του. Την ίδια εποχή κατασκευάστηκε και το μικρό θέατρο της αρχαίας Αμβρακίας.
Το κοίλο του θεάτρου της Δωδώνης τοποθετήθηκε στους πρόποδες του όρους Τόμαρος σε φυσική κοιλότητα ώστε να εκμεταλλευτεί το επικλινές έδαφος. Η ορχήστρα του θεάτρου δεν είναι ολοκληρωμένος κύκλος και έχει μεγαλύτερη διάμετρο 18,70 μέτρα.

Το θέατρο υπέστη απανωτές καταστροφές, ανοικοδομήσεις και διαμορφώσεις στους αιώνες που ακολούθησαν την παρακμή του βασιλείου της Ηπείρου ενώ στα χρόνια της Ρωμαϊκής κατάκτησης χρησιμοποιήθηκε ως αρένα. Από τον 4ο αιώνα μ.Χ. έπαψε να λειτουργεί. Οι πρώτες ανασκαφές και αναστηλώσεις στον αρχαιολογικό χώρο της Δωδώνης άρχισαν το 1875 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
Αρχαίο Θέατρο Άργους
Το Θέατρο, σκαμμένο στην πλαγιά του λόφου της Λάρισας, παραμένει το σπουδαιότερο από τα μνημεία που έχουν φέρει στο φως ως σήμερα οι ανασκαφές της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Οι 89 σειρές των εδωλίων, οι περισσότερες από τις οποίες είναι σκαλισμένες στο βράχο, μαρτυρούν ότι το θέατρο είχε χωρητικότητα 20.000 θεατών, πιθανόν το μεγαλύτερο της Ελλάδας.
Βρίσκεται στους πρόποδες της νοτιοανατολικής πλευράς του λόφου του κάστρου, σε σημείο που συνδεόταν με την αγορά, δέσποζε πάνω από την αρχαία πόλη και ήταν ορατό από τον Αργολικό κόλπο. Στο χώρο προϋπήρχαν διάσπαρτα μικρά ιερά, όπως αυτά των Διοσκούρων και του Διός Ευβουλέως, τα οποία δεν καταπατήθηκαν κατά την κατασκευή του μνημείου.
Το θέατρο οικοδομήθηκε κατά την ελληνιστική εποχή, στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.. Αντικατέστησε το παλαιότερο της πόλης, που βρισκόταν περίπου 100 μ. νοτιότερα και είχε κτιστεί τον 5ο αιώνα π.Χ.. Κατασκευάσθηκε πιθανόν για να φιλοξενήσει τους αγώνες μουσικής και δράματος των πανελλήνιων αγώνων των Νεμέων, που τότε μεταφέρθηκαν οριστικά στην πόλη του Άργους από το ιερό του Δία στην Νεμέα, ενώ περίπου την ίδια εποχή μεταφέρθηκαν στο Άργος και τα Ηραία.
Ο αρχαιότερος αγώνας των Νεμέων, που γνωρίζουμε ότι έλαβε μέρος στο θέατρο του Άργους, ήταν αυτός των κιθαρωδών το 205 π.Χ.. Στο μνημείο πραγματοποιούνταν επίσης πολιτικές συνεδριάσεις, όπως η Σύνοδος της Αχαϊκής Συμπολιτείας, που γινόταν τακτικά κατά τον 2ο αιώνα π.Χ.

Στα Ρωμαϊκά χρόνια το μνημείο επαναδιαμορφώθηκε. Εδώ φιλοξενούνταν πλέον εορτασμοί όπως τα Σεβάστεια, τα Τίτεια, τα Τραιάνεια και τα Αντινόεια καθώς και θεάματα όπως κυνήγι θηρίων ή μονομαχίες, που είχαν ως αποτέλεσμα την αλλαγή τόσο της ορχήστρας όσο και της σκηνής. Στο πρώτο μισό του 2ου αιώνα μ.Χ. το, κτισμένο με πλίνθους, σκηνικό οικοδόμημα επεκτάθηκε προς τα δυτικά, καλύπτοντας μέρος της ορχήστρας.
Το προσκήνιο μετατράπηκε σε διώροφο λογείο, επενδυμένο με μάρμαρο και στολισμένο με κορινθιακές κιονοστοιχίες, ψηφιδωτά και αγάλματα σε κόγχες. Για την προστασία των θεατών από τον ήλιο τοποθετήθηκε ένα ύφασμα πάνω από τμήμα του κοίλου και για την ασφάλειά τους κατά τα θεάματα, ένα δίχτυ μπροστά στην προεδρία, και τα δύο στηριγμένα σε εσοχές λαξευμένες στο βράχο.
Τον 3ο αιώνα μ.Χ. προστέθηκε μια εξέδρα με τρία μαρμάρινα καθίσματα για τους εξέχοντες θεατές, όπως τον αντιπρόσωπο του αυτοκράτορα ή τους οργανωτές των θεαμάτων, και τον 4ο αιώνα μ.Χ. κατασκευάσθηκε στην ορχήστρα μια τεχνητή λίμνη για αθλοπαιδιές στο νερό και παραστάσεις ναυμαχιών. Το θέατρο εγκαταλείφθηκε οριστικά στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ.
Το τεράστιο κοίλο του θεάτρου είναι στο μεγαλύτερο μέρος του λαξευμένο στο βράχο και χωριζόταν με δύο διαζώματα σε τρία οριζόντια τμήματα και με κλίμακες σε τέσσερις κερκίδες, που αντιστοιχούσαν στις φυλές του Άργους. Η ορχήστρα ήταν επίσης στο μεγαλύτερο μέρος της λαξευμένη στο βράχο.
Αρχικά ήταν κυκλική και στο κέντρο της δημιουργήθηκαν δύο ανάγλυφες κατασκευές, ένας κύκλος και δύο εφαπτόμενες γραμμές για την καθοδήγηση των μετακινήσεων των χορών: κυκλικών στους διθυράμβους και ευθύγραμμων στις τραγωδίες και κωμωδίες. Η «Χαρώνεια Κλίμακα», ένας υπόγειος διάδρομος, ένωνε την ορχήστρα με τα αποδυτήρια και εξυπηρετούσε την εμφάνιση των νεκρών και των χθόνιων θεοτήτων κατά τις παραστάσεις.

ο σκηνικό οικοδόμημα στην αρχική του μορφή ήταν κτισμένο με καλά επεξεργασμένους ασβεστόλιθους. Περιλάμβανε το προσκήνιο, τη σκηνή πάνω από τα αποδυτήρια στο ισόγειο και μία στοά στην πρόσοψη με δωρική κιονοστοιχία. Το μνημείο παρέμεινε ορατό για αιώνες και σχεδόν όλοι οι περιηγητές το αναφέρουν στις αφηγήσεις τους, ενώ πολλοί το σχεδίασαν.
Η ανασκαφική έρευνα του θεάτρου πραγματοποιήθηκε από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών κατά τα έτη 1890, 1930, 1954-56, 1981-82 και 1986-8, ενώ το 2004 ολοκληρώθηκε το έργο για τη στερέωση, αναστήλωση και αποκατάστασή του.
Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων
Το εντυπωσιακό Αρχαίο Θέατρο των Φιλίππων χτίστηκε γύρω στο 356 π.Χ. από τον Φίλιππο Β’, Βασιλιά της Μακεδονίας και πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου της Ακρόπολης των Φιλίππων και απετέλεσε μέρος της μεταμόρφωσης των αρχαίων Κρηνίδων (τότε ονομασία των Φιλίππων) σε μεγάλη, σύγχρονη Μακεδονική πόλη. Τότε άλλωστε ήταν και η εποχή που ονομάστηκε η πόλη Φίλιπποι. Εξαιτίας των διαστάσεών του, κατατάσσεται στα μεγαλύτερα και εντυπωσιακότερα αρχαία θέατρα. Ωστόσο, δεν ήταν από την αρχή σε αυτή τη μορφή.
Με την Ρωμαϊκή αποίκηση, άλλαξε και το είδος των θεαμάτων και αυτό επέβαλε αλλαγή και στην αρχιτεκτονική του θεάτρου. Αφαιρέθηκαν μερικές σειρές και αυξήθηκε η διάμετρος της ορχήστρας. Συγχρόνως, στρώνονται μεγάλες πλάκες μαρμάρου στο δάπεδο και τοποθετείται ένα μαρμάρινο θωράκιο, που σκοπό έχει την προστασία των θεατών από τα άγρια θηρία!
Μεταγενέστερη, και τελευταία, διαρρύθμιση στο θέατρο έγινε στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. Τότε διαμορφώθηκε ο χώρος της ορχήστρας σε κυκλικός και φτιάχτηκε και υπόγειο πέρασμα για να φεύγουν τα θηρία. Σε εκείνη την εποχή ανήκουν και τα τρία ανάγλυφα που σκαλίστηκαν στις παραστάδες της εισόδου από τη δυτική πάροδο, της Νέμεσης, του Άρη και της Νίκης. Ιδιαίτερη σημασία βέβαια έχει και το γεγονός πως στο χώρο του Αρχαίου Θεάτρου Φιλίππων βρέθηκε και άγαλμα μούσας που μεταφέρθηκε αργότερα στο Λούβρο.

Αρχαίο Θέατρο Δήλου
Το Θέατρο της Δήλου άρχισε να οικοδομείται λίγο μετά το 314 π.Χ. και ολοκληρώθηκε μετά από 70 χρόνια. Το κοίλον, το τμήμα για τους θεατές στηριζόταν σε έναν καλοχτισμένο μαρμάρινο αναλημματικό τοίχο. Χωρίζεται σε δύο διαζώματα με 26 και 17 βαθμίδες, στις οποίες μπορούσαν να καθίσουν 6.500 περίπου θεατές. Η πρόσβαση στο κοίλο γινόταν από τις παρόδους, δηλαδή δύο μεγάλες πύλες εκατέρωθεν της ορχήστρας, από δύο ακόμη εισόδους στο ύψος του διαδρόμου που χώριζε τα διαζώματα και από μία τελευταία στο κέντρο του ψηλότερου σημείου του θεάτρου.
Καλύτερα σώζονται τα καθίσματα της πρώτης σειράς, της προεδρίας, που προορίζονταν για τιμώμενα πρόσωπα και είναι τα μόνα καθίσματα με ερεισίνωτον, στήριγμα για την πλάτη. Η ημικυκλική ορχήστρα, το κεντρικό τμήμα του θεάτρου, έκλεινε με την σκηνή, ένα ορθογώνιο οικοδόμημα εξωτερικών διαστάσεων 15,26 Χ 6,64 μ. με τρεις εισόδους στην ανατολική όψη και μία ακόμη στη δυτική.
Μπροστά στη σκηνή υπήρχε το προσκήνιον, μία στοά ύψους 2,67 μ., με δωρικούς ημικίονες μεταξύ των οποίων τοποθετούσαν ζωγραφικούς πίνακες. Οι μετόπες του θριγκού του προσκηνίου ήταν διακοσμημένες με ανάγλυφους τρίποδες και βουκράνια. Αργότερα προστέθηκε στις άλλες τρεις πλευρές της σκηνής μία στοά, στο ίδιο ύψος με το προσκήνιο, με δωρικούς πεσσούς των οποίων σώζονται οι βάσεις. Ο χορός έπαιζε στην ημικυκλική ορχήστρα, ενώ οι ηθοποιοί έπαιζαν πάνω στο προσκήνιο.
Στα νοτιοδυτικά του θεάτρου σώζονται λείψανα βωμών και ιερών αφιερωμένων στην Άρτεμη-Εκάτη, στον Απόλλωνα, στον Διόνυσο, στον Ερμή και στον Πάνα. Εντυπωσιακή είναι η μεγάλη δεξαμενή του Θεάτρου, στην οποία συγκεντρωνόταν τα νερά της βροχής από το κοίλον, μέσα από ένα αγωγό στην περιφέρεια της ορχήστρας. Πάνω στην οροφή της, που στηριζόταν σε οκτώ ωραία τόξα από γρανίτη, υπήρχαν στόμια πηγαδιών απ’ όπου αντλούσαν το νερό.
Το Θέατρο άρχισε να ανασκάπτεται το 1882 από την Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών και δημοσιεύτηκε το 2007 Exploration Archéologique de Délos XLII, Ph. Fraisse – J.-Ch. Moretti, Le Théâtre. Στη διάρκεια των ανασκαφών μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη που εμπόδιζαν την συνέχιση της εργασίας μεταφέρονταν στην ορχήστρα, ή στα γύρω χωράφια, χωρίς καμιά καταγραφή ή τεκμηρίωση με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκονται διάσπαρτοι στη γύρω περιοχή εκατοντάδες αταύτιστοι δομικοί λίθοι του μνημείου.

Τόσο το κοίλο του Θεάτρου, όσο και το σκηνικό οικοδόμημα και η δεξαμενή του Θεάτρου σώζονται σε πολύ κακή κατάσταση και είναι αναγκαία η στερέωση και συντήρηση των μνημείων και η διαμόρφωση του χώρου έτσι ώστε να είναι δυνατή η επίσκεψη τους με ασφάλεια τόσο για τα μνημεία, όσο και για τους επισκέπτες.
Βασικές προϋποθέσεις οποιασδήποτε προσπάθειας στερέωσης, ή αναστύλωσης των μνημείων είναι:
1. Η μελέτη και ταύτιση του σωζόμενου διάσπαρτου δομικού υλικού.
2. Η εκπόνηση επιμέρους μελετών με πλήρη τεκμηρίωση για την δυνατότητα επανατοποθέτησης στην αρχική του θέση του σωζόμενου δομικού υλικού και την δυνατότητα στερέωσης – αναστύλωσης του αναλημματικού τοίχου του κοίλου, των εισόδων, των εδωλίων, του σκηνικού οικοδομήματος και της δεξαμενής.
Φωτογραφικό Υλικό






ΠΗΓΕΣ :
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΙΣΤΟΤΟΠΟ:
Comentários