ΑΠΟΛΛΩΝ ή ΑΠΕΛΛΩΝ
- Κων/να Σαραντοπούλου
- Mar 26
- 5 min read

Εισαγωγή
θεῶν ὀλοώτατε πάντων
(Ιλ., Χ15)[1]
Ἄπολλον· Ἄπολλον·
ἀγυιᾶτ', ἀπόλλων ἐμός.
ἀπώλεσας γὰρ οὐ μόλις τὸ δεύτερον.
(Αισχ. Αγαμέμνων, 1080)
«Ένας από τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου, θεός του φωτός, της μαντικής, της μουσικής, της αρμονίας και της τάξης στον κόσμο. Ήταν γιος του Δία και της Λητώς και γεννήθηκε μαζί με τη δίδυμη αδελφή του, Αρτέμιδα, στο ιερό νησί της Δήλου, όπου είχε καταφύγει η Λητώ για να αποφύγει τη ζήλια και το θυμό της Ήρας. Το φθινόπωρο, ο Απόλλων εγκατέλειπε την Ελλάδα για τη χώρα των Υπερβορείων, και την άνοιξη επέστρεφε πάλι επάνω σε άρμα που το έσερναν κύκνοι. Λατρευόταν σε πολλούς τόπους και οι πιστοί τού είχαν αφιερώσει πολλά ιερά, με σπουδαιότερα αυτά της Δήλου και των Δελφών, όπου ο θεός είχε ιδρύσει το σημαντικότερο μαντείο της αρχαίας Ελλάδας, αφού πρώτα σκότωσε το μυθικό δράκοντα Πύθωνα, γι' αυτό και έφερε την ονομασία Πύθιος. Εκεί, μέσω της Πυθίας έδινε τους χρησμούς του, που ήταν διφορούμενοι, και γι' αυτό ονομαζόταν και Λοξίας.» (λήμμα «Απόλλων»).
Αυτά είναι συνοπτικά τα στοιχεία που βρίσκει κανείς για τον θεό Απόλλωνα σε έντυπα και ηλεκτρονικά λεξικά. Περισσότερο αναλυτικά, πληροφορίες και συμπεράσματα για την υπόσταση και την καταγωγή συγκεκριμένα του θεού αντλούμε από τους σχετικούς με τη γέννησή του μύθους, τις γυναίκες με τις οποίες βρίσκεται ερωτικά (ποιες είναι, από πού κατάγονται), τους απογόνους (ιδιότητες, τόποι στους οποίους μεταβαίνουν), γενικά το γενεαλογικό του δέντρο, τα λαλούντα σύμβολά του, τα ζώα που τον συνοδεύουν. Και ακόμη: από τις περιπλανήσεις, τις δικές του ή δικών του ανθρώπων, συγγενών ή άλλων που σχετίζονται με τη λατρεία του, από τα επίθετα που του αποδίδονται, από τις εικαστικές παραστάσεις, από τα ιερά (τον τόπο όπου ιδρύονται, τον χρόνο ίδρυσής τους). Τα στοιχεία που προκύπτουν από όλες αυτές τις πληροφορίες δείχνουν ότι ο Απόλλωνας, αν και θεωρείται θεός δωρικός που τον φέρνουν μαζί τους τα δωρικά φύλα, ωστόσο λατρευόταν και νωρίτερα σε μυκηναϊκά κέντρα. Σταδιακά, και με την έλευση των Δωριέων, ο θεός υποτάχθηκε στην κυριαρχία του Δία ως γιος του, όπως υποτάχθηκε και η μητέρα του Λητώ μέσω του γάμου της με τον Δία, καθώς και η αδελφή του Άρτεμη, που ενώ υπήρξε μια πότνια θηρών, μια μητροπρεπής υπερ-θεά της φύσης, όχι μόνο υποτάχθηκε ως κόρη στον Δία αλλά και συντάχθηκε δίπλα σε έναν άρρενα αδελφό.
Ένταξη του θεού στο δωδεκάθεο
Μητέρα του Απόλλωνα είναι η Λητώ, κόρη του Τιτάνα Κοίου και της Τιτανίδας Φοίβης, αδελφή της Αστερίας και της Ορτυγίας. Ανήκει δηλαδή στην πρώτη γενιά των θεών και προηγείται του Δία, στον οποίο υποτάσσεται μέσω του γάμου τους, όπως ήδη αναφέραμε. Και αυτή η ερωμένη του Δία δέχθηκε την οργή της Ήρας που όρισε κανένας τόπος να μην δεχθεί τη Λητώ για να γεννήσει. Έτσι, η Λητώ περιπλανήθηκε από τόπο σε τόπο. Με αφετηρία το κέντρο της Βόρειας Κρήτης, κάνει τον περίπλου του νησιού, περνά στα ανατολικά παράλια της ηπειρωτικής Ελλάδας, από την Αθήνα μέχρι τη Σκόπελο, συνεχίζει βόρεια, από τον Θερμαϊκό μέχρι τη Σαμοθράκη· στη συνέχεια κατεβαίνει νότια παραπλέοντας τη Μικρά Ασία και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, από την Ίδη μέχρι την Κνίδο, με μια παράκαμψη προς τη Σκύρο· τέλος, από την Κάρπαθο διαπλέει το Αιγαίο διαγώνια προς τα δυτικά μέχρι την άγονη Δήλο που έπλεε πάνω στη θάλασσα.
Εκεί γεννήθηκε πρώτη η Άρτεμη που βοήθησε τη μητέρα της να ξεγεννήσει και τον αδελφό της. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η Ήρα όρισε να μην γεννήσει η Λητώ σε τόπο που τον βλέπει ο ήλιος. Όμως ο Βορέας, υπακούοντας σε εντολές του Δία, οδήγησε τη Λητώ στον Ποσειδώνα, που δημιούργησε έναν υδάτινο θόλο πάνω από το νησί της Δήλου. Έτσι, «φτιάχτηκε» ένας τόπος ανήλιος, για να γεννήσει η Λητώ τα παιδιά της. Όμως, αυτό δεν ήταν δυνατό χωρίς την παρουσία της θεάς του τοκετού, της Ειλείθυιας, και παρά την παρουσία όλων των υπολοίπων θεαινών, πλην φυσικά της Ήρας. Εννέα μερόνυχτα κοιλοπονούσε η Λητώ στη ρίζα του μοναδικού δέντρου του νησιού, μιας φοινικιάς, μέχρι που οι θεές έστειλαν την αγγελιοφόρο των θεών Ίριδα στον Όλυμπο, για να πείσει την Ήρα να αφήσει την Ειλείθυια να κατεβεί στο νησί και να βοηθήσει την ταλαιπωρημένη γυναίκα. Της έταξε μάλιστα ένα περιδέραιο εννέα πήχεις μακρύ από χρυσό και κεχριμπάρι. Έτσι γεννήθηκε ο Απόλλωνας. (Εικ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7) Και καθώς ήταν η έβδομη μέρα του μήνα, κύκνοι πέταξαν επτά φορές πάνω από το νησί την ώρα που γεννιόταν ο θεός. Μια χρυσή μίτρα, μια λύρα και ένα άρμα ζεμένο σε κύκνους ήταν τα δώρα του Δία στον γιο του και του όρισε να πάει αμέσως στους Δελφούς. Όμως οι κύκνοι (Εικ. 8, 9) οδήγησαν τον Απόλλωνα πρώτα στη χώρα τους, στη χώρα των Υπερβορείων με τον καθαρό ουρανό, στις όχθες του Ωκεανού πέρα από τον Βόρειο Άνεμο, οι οποίοι καθιέρωσαν λατρεία προς τιμή του θεού αδιάκοπη. Ένα χρόνο έμεινε εκεί ο Απόλλωνας και μετά ήρθε στους Δελφούς και ίδρυσε το μαντείο του. Και κάθε χρόνο γιόρταζαν την έλευση του θεού με εκατόμβες. (Εικ. 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17)
Άλλη παράδοση θέλει τη Λητώ να μεταμορφώνεται σε λύκαινα, για να ξεφύγει από την Ήρα, και να επιστρέφει στην κατοικία της στη χώρα των Υπερβορείων, για να γεννήσει. Έτσι εξηγείται το επίθετο του θεού λυκογενής, δηλαδή γεννημένος από λύκο. Ή γιατί λύκοι βοήθησαν τη Λητώ, όταν, μετά τον τοκετό, εκείνη πήγε στη χώρα Τρεμιλίδα με τα δύο νεογέννητα, σταμάτησε σε μια πηγή ή λίμνη για να τα λούσει, αλλά γελαδάρηδες την εμπόδισαν. Η θεά, με τη βοήθεια των λύκων, τους μεταμόρφωσε σε βατράχια και μετονόμασε τη χώρα προς τιμή τους σε Λυκία. (Εικ. 18, 19, 20) (Βλ. Αγελαδάρηδες)
Στους τόπους απ' όπου πέρασε η Λητώ κοιλοπονώντας διαφέντευσε τελικά ο Απόλλωνας και επιβλήθηκε η λατρεία του.[2] Όσο για τη Δήλο, αυτή ανταμείφθηκε από τον θεό· στερεώθηκε με τέσσερις στήλες στον βυθό της θάλασσας και μετονομάστηκε από Ορτυγία, όπως την αποκαλούσαν οι αθάνατοι, σε Δήλο, που σημαίνει φανερή ή φωτεινή, λαμπρή, γιατί φανέρωσε τον θεό Απόλλωνα, τον θεό του φωτός.
Πάντως, αν και μπαίνει κάτω από τον Δία, έστω και με μια λαμπρή γέννηση, εντούτοις οι Ολύμπιοι, και ο Δίας, τον τιμούν ξεχωριστά. Ξεχωριστά προνόμια απολαμβάνει και η μητέρα του Λητώ δίπλα στον Δία. (Εις Απόλλωνα 1-13) Ωστόσο, υπέμεινε την τιμωρία του Δία τουλάχιστον δύο φορές· μία όταν σκότωσε τους Κύκλωπες, (Εικ. 21, 22) για να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του Ασκληπιού· και ακόμη μία όταν συνωμότησε μαζί με άλλους θεούς, την Αθηνά, την Ήρα, τον Ποσειδώνα, για να δέσουν χειροπόδαρα τον Δία με σιδερένιες αλυσίδες και να τον κρεμάσουν από τον ουρανό. Όταν εκείνος λύθηκε, του επέβαλε, μαζί και στον Ποσειδώνα, δουλική υπηρεσία με τη μορφή θνητών για ένα χρόνο στον βασιλιά των Τρώων Λαομέδοντα. Κι εκείνος ζήτησε να τειχίσουν την πόλη· και οι δυο θεοί, ή μόνο ο Ποσειδώνας και ο Αιακός, έκαναν τη δουλειά, ενώ ο Απόλλωνας έβοσκε τα κοπάδια του βασιλιά στο βουνό Ίδη. Όμως ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να τους δώσει την αμοιβή που είχαν συμφωνήσει, μάλιστα τους απείλησε ότι θα τους έκοβε τα αυτιά και θα τους πουλούσε δούλους. Και ο μεν Απόλλωνας έστειλε λοιμό στην πόλη, ο δε Ποσειδώνας ένα κήτος που με την υπερχείλιση των υδάτων έβγαινε στον κάμπο και άρπαζε τους ανθρώπους, μέχρι που ο Ηρακλής τους απάλλαξε από τα δεινά τους. Αλλά ούτε και τότε ο Λαομέδοντας δεν έδωσε την υπεσχημένη αμοιβή. (Εικ. 23, 24, 25, 26, 27)
2 Πιο συγκεκριμένα. Ανατολικά παράλια της Ελλάδας: Αθήνα, Αίγινα, Αιγές (Εύβοια), Πήλιο, Πεπάρηθος (Σκόπελος)· βόρεια: Ειρεσίες (Θερμαϊκός), Άθως, Σαμοθράκη· παραπλέει τη Μικρά Ασία και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, με μια παράκαμψη προς τη Σκύρο: Ίδη, Σκύρος, πίσω στη Μικρά Ασία, στη Φώκαια, στη συνέχεια όρος της Αυτοκάνης στην Ίμβρο, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, όρος Μίμας στο ακρωτήριο Κώρυκος (νότια της Φώκαιας), Κλάρος, όρος Αισαγέη, Σάμος, Μυκάλη, Μίλητος, Κως, Κνίδος· από την Κάρπαθο περνά σε Νάξο, Πάρο, Ρήναια, Δήλο. Από τον ομηρικό ύμνο Εις Απολλωνα, στ. 30-45 (Ομηρικοί Ύμνοι, μετάφραση: Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα: Κάκτος, 2002). Παρακολουθήστε την πορεία και σε χάρτη.
Kommentare