top of page

Πανίσχυροι Θηλυκοί Νόες Της Αρχαίας

  • Writer: Κων/να Σαραντοπούλου
    Κων/να Σαραντοπούλου
  • Jan 27
  • 38 min read

Updated: Feb 10


 Αίθρα (κι Αίθρη)

     Ο Πιτθέας, ο βασιλιάς της Τροιζήνας, είχε μια πολύ όμορφη και ζωηρή κόρη την Αίθρα που μεγάλωνε κοντά του με συντροφιά τις θεραπαινίδες της, αφού είχε χάσει τη μάνα της νωρίς, σχεδόν αμέσως απ όταν ο πατέρας της μαζί με τον αδελφό του Τροιζήνα είχανε καταλάβει τη περιοχή και βασιλεύανε σ' αυτήν.     Η Αίθρα λοιπόν, ήταν μελαχρινή παρθένα, πολύ όμορφη αλλά και ζωηρή. Είχε μαύρα μακριά μαλλιά που τα 'κανε κότσο, όπως όλες σχεδόν οι αρχαίες Ελληνίδες. Καμμιά φορά τ’ άφηνε κι αλογοουρά, αλλά έλεγε πως αυτή ταίριαζε πιο πολύ στις ξανθιές. Και σα βασιλοπούλα είχεν όλην εκείνη τη περηφάνια, αφού ήτανε το πιο αξιοζήλευτο κορίτσι της περιοχής. Είχε ό,τι επιθυμούσε και πιο πολύ τα φλογερά βλέμματα των νέων, πλούσιων μα και φτωχών, αριστοκρατών αλλά κι απλών εργατών.     Ητανε συνάμα και πολύ έξυπνη. Είχε μοιάσει στον πατέρα της. Σε πολλά ζητήματα του βασιλείου έλεγε θαρρετά τη γνώμη της κι ακόμα κι όταν ήτανε μικρή, μόλις 16 χρόνων. Η φήμη της δε, είχε ξεπεράσει τα όρια της Τροιζήνας και πολλοί ήρωες της εποχής όπως ο Βελερεφόντης της Εφύρας, της Κορίνθου, την ήθελαν για γυναίκα τους. Όμως αυτή δεν τον ήθελε κι ας ήτανε γιος του βασιλιά Γλαύκου γιατί φοβότανε πως θα τη σκοτώσει κι αυτήν όπως τον αδερφό του. Κι αυτό γιατί ο πατέρας της καλόβλεπε αυτή την ένωση.


   Οι γιοι του Πέλοπα του Ταντάλειου και της Ιπποδάμειας, Τροιζήν και Πιτθέας κατέλαβαν τη Τροιζήνα γύρω στα 1250p.X. εποχή που ζούσε κι ο Ηρακλής. 'Οταν εισέβαλαν στη Τροιζήνα τα δυο αδέλφια, ο Πιτθέας έγινε βασιλιάς της Άνθειας -σημερινή Τροιζήνα. Ο Ανθας, ο παλιός βασιλιάς -κι ο γιος του Αέτιος- έφυγαν στη Μ. Ασία- τότε λεγόταν αλλιώς - μαζί με άλλους και ίδρυσαν την  Aλικαρνασσό.


     Ο Τροιζήν κατέλαβε την Υπέρεια-σημερινή Καλαβρία. Τότε ο Υπέρης, αδελφός του Ανθα, αναγκάστηκε μαζί με άλλους Καλαβρούς και Αχαιούς να αποδημήσει στην Κάτω Ιταλία. Από αυτούς ολόκληρη περιοχή ονομάστηκε Καλαβρία (περίπου το 1250 π.Χ.). Εκεί αργότερα ιδρύθηκε κι η πόλη Ποσειδωνία. Ξαφνικά όμως ο Τροιζήν πέθανε. Τότε ο Πιτθέας ανάγκασε τις δυο πόλεις να ενωθούν σε μία και τις ονόμασε Τροιζήνα, σε ανάμνηση του αδελφού του.


     Μετά το θάνατο του Τροιζήνος , οι δυο γιοι του Ανάφλυστος και Σφηττός ήρθανε στην Αττική, όπου ίδρυσαν δυο ομώνυμες πόλεις (ο πρώτος την Ανάβυσσο κι ο δεύτερος τη Σφηττό τα σημερινά Σπάτα δηλαδή). Ιδρυσαν ακόμη την Πιθάη. Ετσι διαλύθηκαν τα παλαιά βασίλεια, παρέμειναν όμως διάφοροι οπαδοί τους στη περιοχή της Τροιζήνας, που ζούσανε με την καλλιέργεια της γης και το ψάρεμα. Ένας από αυτούς ήταν κι ο λεβεντόκορμος νέος, ο Πόρος, που ζούσε κοντά στη Σφαιρία.

     Μόνος πλέον ο Πιτθέας κυριαρχούσε στην Τροιζήνα και τη Καλαβρία, που εκτείνονταν από το όρος Ορθολίθι μέχρι το ιερό της Θερμησίας Δήμητρας, νότια του Σκυλλαίου ακρωτηρίου. Το Σκύλλαιο πήρε το όνομά του εκ της ταφής της κόρης του βασιλιά των Μεγάρων Νίσου, της Σκύλλας ( 1240 πΧ).

     Ο Πιτθέας εθεωρείτο ως ο σοφότερος άνθρωπος και μυθολογείται ότι είναι κείνος που δίδαξε πρώτος τη ρητορική, περί της οποίας άφησε σύγγραμμα. Του αποδίδονται δε και τα ρητά: «Μηδέν άγαν πράττετε» και «μηδενί δίκην δικάσης πριν αμφοίν μύθον ακούσεις». Τη ρητορική τέχνη τη δίδασκε στο ναό των Αρδαλίδων Μουσών. Όμως ποια ήταν η Τροιζήνα επί βασιλείας Πιτθέα , περί το 1240 π.Χ. όπου άρχισε να μπαίνει στα 16 της η Αίθρα;

     Η Τροιζήνα την εποχή εκείνη βρισκόταν στη μεγαλύτερη ακμή της. Απλωνότανε δεξιά κι αριστερά του Υλλικού ή Ταυρείου ποταμού, στην έκταση που σήμερα καλύπτει το λεμονοδάσος του Δαμαλά. Βόρεια της πόλης ήτανε το μαυσωλείο. Νοτιοδυτικά ήταν η Ακρόπολη, κοντά στον ποταμό Χρυσορρόα, που στέρεψε μετά από μιαν 9ετή ανομβρία. Η Ακρόπολη λεγόταν Αθηνιάς, λόγω του ναού της Σθενίας Αθηνάς (πολιούχου). Νότια, έξω από αυτήν, υπήρχε ναός της Ακραίας Αφροδίτης. Ακόμη υπήρχαν ναοί του Λουτερίου Πανός, του Φυταλμίου Ποσειδώνα και της Θεσμοφόρου (νομοθέτου) Δήμητρας, για την οποία γινόταν κάθε χρόνο γιορτή, που ονομαζόταν «Θεσμοφόρεια». Η γιορτή διεξαγόταν υπό τύπον συμβολισμών και παρακλήσεων, που σχετίζονταν με τη γονιμότητα της γης, και την ευγονία και πολυτεκνία των γυναικών.

     Δυτικά των κατοικιών, που ήτανε στην ανατολική πλευρά του σημερινού λεμονοδάσους βρισκόταν η Αγορά, ονομαστή την εποχή αυτή. Εκεί υπήρχε η λεγόμενη «Στοά», στην οποία ήταν τα διάφορα καταστήματα, διαχωρισμένα μεταξύ τους, κατά είδος εμπορευμάτων. Επίσης δυτικά βρισκόταν το θέατρο της πόλης και νότια αυτού το στάδιο. Κοντά στο στάδιο ήταν οι βωμοί του Διονύσου και των Θεμίδων. Το λαμπρότερο οικοδόμημα της αγοράς ήταν ο ναός της Λυκείας Αρτέμιδος.

     Στη Τροιζήνα υπήρχε ένα είδος αποκρυφισμού κι ετελούντο μυστήρια. Λόγοι που συνηγορούνε στην άποψη ότι στη Τροιζήνα υπήρχαν αποκρυφιστές είναι η ύπαρξη:


   Ναού του Θεαρίου Απόλλωνα -που ήταν ο αρχαιότερος στην Ελλάδα ναός του- θεότητα σχετική με τον αποκρυφισμό και τη τέλεση μυστηρίων.

   Ναού του Ερμή Πολύγιου. Ερμής ονομάστηκε από τους 'Ελληνες ο Tεχούτι ή Θώθ, που το ~4.000 π.Χ. έδωσε στα μυστήρια της Αιγύπτου τη παλιά τους αίγλη και μεγαλείο. Πιθανόν ο 1ος βασιλιάς ο Ωρος που θεωρείτο αιγύπτιος, να 'χε μεταφέρει τον αποκρυφισμό και τα μυστήρια.

   Επίσης ναού της Ισιδας.

   Στην αγορά της Τροιζήνας υπήρχαν: ναός του Σωτήρος Διός που έχτισε ο Αέτιος κι ανατολικώτερα ο ναός της Αφροδίτης, ο ναός των Αρδαλίδων Μουσών κι οι βωμοί του Αρδάλου, του Πλούτωνα και της Περσεφόνης.

   Κοντά στο ναό της Αφροδίτης, ήτανε 3 μαρμάρινοι θρόνοι, που κάθονταν ο Πιτθέας και 2 ακόμη δικαστές και δίκαζαν. Στο σημείο αυτό δημιουργήθηκε το μνημείο-τάφος του Πιτθέα, όταν αυτός πέθανε.

   Στο δρόμο προς τον Πώγωνα και την Κελενδερίδα , υπήρχε ο ναός του Άρη.

   Στη περιοχή υπήρχε στόμιο σπηλαίου, από το οποίο, όπως ενομίζετο, ο Ηρακλής έβγαλε τον Κέρβερο , από τον Άδη στον Επάνω Κόσμο.



     Ο μύθος λοιπόν  λέει, πως ο βασιλιάς της Αθήνας Αιγέας πήγε στο μαντείο των Δελφών να ζητήσει συμβουλή προκειμένου ν' αποκτήσει γιο. Η απάντηση της Πυθίας ήταν: «Αντρειωμένε μην ανοίξεις τον μακρουλό λαιμό του ασκού σου, πριν να φτάσεις στην Αθήνα». Ο Αιγέας πήρε το δρόμο της επιστροφής στην Αθήνα, είχε δε μαζί του κι έν ασκί γεμάτο κρασί. Θα νόμιζε κανείς ότι δεν θα έπρεπε να πιει κρασί ώσπου να βρεθεί στο σπίτι του. Στο δρόμο της επιστροφής πέρασε από τη Τροιζήνα, όπου βασίλευε ο Πιτθέας, γιος του Πέλοπα, που φημιζόταν για τη σοφία του. Ο Αιγέας ήθελε τη γνώμη του για το χρησμό. Ο Πιτθέας τον μέθυσε, «τον διηπάτησε» (όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, Βίος ΘΗΣΕΩΣ,  3.4)  και τον έβαλε να κοιμηθεί με τη κόρη του Αίθρα. Με την οποία, την ίδια νύχτα είχε κοιμηθεί ο Ποσειδώνας, πριν από τον Αθηναίο βασιλιά. Η συνεύρεση με τον Ποσειδώνα έγινε στη νήσο Σφαιρία (Πόρο), όπου η Αίθρα είχε πάει (με εντολή της Αθηνάς, που την είδε στο όνειρό της) να προσφέρει χοές στον τάφο του Σφαίρου (ηνίοχου του Πέλοπα). Στο μύθο αυτό στηρίζεται η θεϊκή καταγωγή του Θησέα. Η Αίθρα έκτισε στη Σφαιρία ναό προς τιμή της θεάς Αθηνάς της «Απατουρίας» σε ανάμνηση της απάτης, καθιστώντας τη νήσο ιερή και δημιουργώντας νόμο (έθιμο) οι παρθένες να αφιερώνουν εκεί τη ζώνη τους πριν να παντρευτούν. Σημειώνεται ότι ο Πιτθέας την είχε υποσχεθεί στον Βελλεροφόντη, αλλά αυτός διώχθηκε πριν γίνει ο γάμος.


     Ο Θησέας όταν ήταν παιδί, θαύμαζε τον Ηρακλή. Η Αίθρα (μητέρα του Θησέα) κι η Αλκμήνη (μητέρα του Ηρακλή) ήταν  ξαδέλφες. Ο Πιτθέας (πατερας της Αίθρας κι η Λυσιδίκη η μητέρα της Αλκμήνης ήταν αδέλφια, παιδιά της Ιπποδάμειας και του Πέλοπα.  Ο Θησέας δηλαδή κι ο Ηρακλής ήταν δεύτερα ξαδέλφια. Αργότερα ο γιος της Αίθρας, ο Θησέας με τον φίλο του, το Θεσσαλό ήρωα Πειρίθοο, άρπαξαν την ωραία Ελένη, αδελφή των Διοσκούρων, Κάστορα και Πολυδεύκη, από τη Σπάρτη, πριν τη παντρευτεί ο Μενέλαος. Έβαλαν μεταξύ τους κλήρο ο Θησέας κι ο Πειρίθοος για την Ελένη. Ο Θησέας ήταν ο τυχερός. Εγκατέστησε την Ελένη για λόγους ασφάλειας στις Αφίδνες, στο σπίτι του φίλου του Αφίδνου κι έβαλε κοντά της τη μητέρα του, την Αίθρα. Αλλά, όταν οι Θησέας και Πειρίθοος κατεβήκανε στον Άδη ν’ αρπάξουνε τη Περσεφόνη, οι Διόσκουροι βρήκαν ευκαιρία να πάρουνε πίσω στη Σπάρτη την αδελφή τους και μαζί της την Αίθρα. Όταν ο Πάρις απήγαγε στη Τροία την Ελένη, πήρε μαζί και την Αίθρα. Οταν η Ελένη παντρεύτηκε τον Μενέλαο, η Αίθρα , έγινε κυρία των τιμών στην αυλή της. Η Αίθρα αυτή βρίσκεται, γερόντισσα πλέον, να ‘ναι θεραπαινίδα της Ελένης, στη Τροία. Όταν οι Έλληνες καταλάβανε τη πόλη, την αναγνώρισαν και την απελευθέρωσαν οι εγγονοί της, γιοί του Θησέα, Ακάμας και Δημοφών (οι οποίοι, γι' αυτό, δεν πήραν άλλο λάφυρο από τη Τροία). Ο πρόωρος θάνατος των εγγονών της οδήγησε την Αίθρα στην αυτοκτονία.


     12ος-11ος-10ος  π.Χ. αι. Μέσα από την αχλύ της ιστορίας ξεπροβάλει η μυθική μορφή της Αίθρας, κόρης του βασιλιά της Τροιζήνας Πιτθέα και μάνας του Θησέως, με μία άλλη ιδιότητα άγνωστη στους πολλούς. Την ιδιότητα της δασκάλας της αριθμητικής (λογιστικής). Ιέρεια λοιπόν των απαρχών της πλέον εγκεφαλικής επιστήμης, μάθαινε λογιστική (αριθμητική) στα παιδιά της Τροιζήνας, με κείνη τη πολύπλοκη μέθοδο, που προκαλεί δέος, μιας και δεν υπήρχε το μηδέν κι οι αριθμοί συμβολίζονταν πολύπλοκα, αφού τα σύμβολά τους απαιτούσαν πολλές επαναλήψεις (Κρητομυκηναϊκό σύστημα αρίθμησης).


     Ο αστεροειδής 132 Αίθρα (132 Aethra), που ανακαλύφθηκε το 1873, πήρε το όνομά του από τη μητέρα του Θησέα.



      Πολυγνώτη



      7ος-6ος π.Χ. αι. Ο ιστορικός Λόβων ο Αργείος αναφέρει τη Πολυγνώτη ως σύντροφο και μαθήτρια του Θαλού. Γνώστρια κατά τον Βοήθιο πολλών γεωμετρικών θεωρημάτων, λέγεται (μαρτυρία Βιτρουβίου), πως και αυτή συντέλεσε στην απλούστευση των αριθμητικών συμβόλων με την εισαγωγή της αρχής της ακροφωνίας, δηλαδή με την εισαγωγή αλφαβητικών γραμμάτων που αντιστοιχούσαν το καθένα σε το καθένα στο αρχικό γράμμα του ονόματος του αριθμού. Έτσι το Δ αρχικό του δέκα, παριστάνει τον αριθμό 10. Το Χ, αρχικό του χίλια παριστάνει τον αριθμό 1000 κοκ. Κατά τον Βιτρούβιο η Πολυγνώτη διετύπωσε κι απέδειξε πρώτη τη πρόταση “ΕΝ ΚΥΚΛΩ Η ΕΝ ΤΩ ΗΜΙΚΥΚΛΙΩ ΓΩΝΙΑ ΟΡΘΗ ΕΣΤΙΝ”.


 



Θεμιστόκλεια



     6ος αι. π.Χ. Η Θεμιστόκλεια (γνωστή κι ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια) ήταν ιέρεια των Δελφών κι υπήρξε δασκάλα του Πυθαγόρα. Ήτανε γνωστή για τις μαθηματικές τις γνώσεις και δίδασκε στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς, σε όποιον είχε τη διάθεση να μάθει. Ήτανε τέτοια η αγάπη της για τη γεωμετρία που λέγεται πως είχε διακοσμήσει και το ναό με γεωμετρικά σχέδια.

Ο Πυθαγόρας τη μνημόνευε σα δασκάλα του και λέγεται πως έλαβε απ’ αυτή γνώσεις σχετικά με την ηθική, τη γεωμετρία και την αριθμοσοφία. Ο σεβασμός του προς τη δασκάλα του ήτανε τέτοιος που τον ώθησε αργότερα να δέχεται τις γυναίκες στη Σχολή του ως μαθήτριες αλλά κι ως δασκάλες. Αν και στην εποχή της ήτανε πολύ γνωστή, σήμερα δυστυχώς δε γνωρίζουμε πολλά πράγματα για αυτή.




     Ο Διογένης ο Λαέρτιος λόγιος-συγγραφέας την αναφέρει ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια. Ο Πυθαγόρας πήρε τις περισσότερες από τις ηθικές του αρχές από την Δελφική ιέρεια αυτή, που συγχρόνως τον μύησε στις αρχές της αριθμοσοφίας και της γεωμετρίας. Σύμφωνα με το φιλόσοφο Αριστόξενο (4ος π.Χ. αι.) η Θεμιστόκλεια δίδασκε μαθηματικά σε όσους από τους επισκέπτες των Δελφών είχανε τη σχετική έφεση και θέληση.

  Μύια

     6ος π.Χ. αι. Η Μυία (500 π.Χ.) ήτανε πυθαγόρεια φιλόσοφος και, σύμφωνα με μεταγενέστερη παράδοση, μια από τις κόρες της Θεανώς της Κροτωνιάτιδος και του Πυθαγόρα. Ήτανε παντρεμένη με τον Μίλωνα τον Κροτωνιάτη, φημισμένο αθλητή. Σε μικρή ηλικία ήταν αρχηγός στη χορωδία κι αργότερα, ως γυναίκα, η θρησκευτική της συμπεριφορά ήταν υποδειγματική. Ο Λουκιανός στο έργο του Μυίας Έγκώμιον, αναφέρει ότι θα μπορούσε να πει πολλά για τη Μυία τη φιλόσοφο, αν η ιστορία της δεν ήταν τόσο γνωστή σε όλους. Δίδαξε στη Σχολή του Κρότωνος. Αναφέρεται ως γνώστρια της γεωμετρίας. Της αποδίδεται η επινόηση της τρίτης (ή εστηκυίας) μεσότητος, δηλαδή αναλογίας.      Σώζεται ένα γράμμα που αποδίδεται στη Μυία, πιστεύεται όμως ότι είναι πλαστό και χρονολογείται τον 3ο ή 2ο αι. π.Χ. Απευθύνεται σε μια συγκεκριμένη Φύλλιδα και συζητά τη σπουδαιότητα της εκπλήρωσης των αναγκών ενός νεογέννητου μωρού, σύμφωνα με τις αρχές της αρμονίας. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, το μωρό από φυσικού του επιθυμεί μετριοπάθεια σε όλα τα πράγματα, όπως φαγητό, ένδυση, θερμοκρασία κλπ. κι η παραμάνα του μωρού πρέπει να είναι μετριοπαθής επίσης.-----------------------------------------------------                          Δεινώ

     6ος π.Χ. αι. Γυναίκα του Βροντίνου. Μαθήτρια και πεθερά του Πυθαγόρου, γνώστρια της αριθμοσοφίας. Μελέτησε, κατά τον Dasypodious, τους ελλιπείς αριθμούς. Ένας αριθμός λέγεται ελλιπής, όταν οι γνήσιοι διαιρέτες του (δηλαδή οι διαιρέτες εκτός του εαυτού του), αν προστεθούνε δίνουν άθροισμα μικρότερο του ιδίου του αριθμού. Έτσι ο αριθμός 8 είναι ελλιπής γιατί 1+2+4=7<8-------------------------------------------------------                  Ελορίς η Σαμία

     6ος π.Χ. αι. Μαθήτρια του Πυθαγόρου. Γνώστρια και δασκάλα της Γεωμετρίας.-------------------------------------------------------

                 Φίντυς ή Φίλτυς

     6ος π.Χ. αι. Μαθήτρια του Πυθαγόρου, θυγατέρα του Θέοφρη από τον Κρότωνα κι αδελφή του Βυνδάκου. Δίδαξε στη Σχολή του Κρότωνος. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Βοήθιος την αναφέρει ως εμπνεύστρια της ισότητος που συνδέει τις Πυθαγόρειες τριάδες. Συνέγραψε το Περί γυναικός σωφροσύνης, στο οποίο διακρίνει την αρετή σε ανδρική και γυναικεία κι αναδεικνύει τη σωφροσύνη ως γυναικείο χάρισμα.__________________                     Μέλισσα

     6ος π.Χ. αι. Μαθήτρια του Πυθαγόρου. Ασχολήθηκε με την κατασκευή κανονικών πολυγώνων. Ο Λόβων ο Αργείος γράφει για μία άγνωστη εργασία της: “Ο ΚΥΚΛΟΣ ΦΥΣΙΝ ΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΟΜΕΝΩΝ ΠΟΛΥΓΩΝΩΝ ΑΠΑΝΤΩΝ ΕΣΤΙ”.


Τύμιχα



     6ος π.Χ. αι. Η Τυμίχα γυναίκα του Κροτωνιάτου Μυλλίου ήτανε (σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο) Σπαρτιάτισσα, γεννημένη στον Κρότωνα. Από πολύ νωρίς έγινε μέλος της Πυθαγόρειας κοινότητος. Αναφέρεται από τον Ιάμβλιχο ένα σύγγραμμά της σχετικά με τους “φίλους αριθμούς”. Μετά την καταστροφή της σχολής από τους δημοκρατικούς του Κρότωνος η Τυμίχα κατέφυγε στις Συρακούσες. Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος απαίτησε από τη Τυμίχα να του αποκαλύψει τα μυστικά της Πυθαγόρειας διδασκαλίας έναντι μεγάλης αμοιβής. Αυτή αρνήθηκε κατηγορηματικά και μάλιστα έκοψε με τα δόντια τη γλώσσα της και την έφτυσε στο πρόσωπο του Διονυσίου. Το γεγονός αυτό αναφέρουν ο Ιππόβοτος κι ο Νεάνθης.


_________________________



                     Πτολεμαΐς



      6ος π.Χ. αι. λογία από τη Κυρήνη (6ος π.Χ. αι.), νεοπυθαγόρεια φιλόσοφος, μουσικός και μαθηματικός. Την αναφέρει ο Πορφύριος (νέοπλατωνικός φιλόσοφος του 3ου μ.Χ. αι.) στο έργο του Εις Τα Αρμονικά Πτολεμαίου Υπόμνημα. Συνέταξε σε μορφή ερωταποκρίσεων Πυθαγορικὴν Τῆς μουσικῆς Στοιχείωσιν, όπου αναφέρεται στο ιστορικό της διαμάχης Πυγαγορείων κι Αριστοξενείων. Επίσης κατά τον Πορφύριο, η Πτολεμαϊς μεταξύ άλλων απέδειξε και τη πρόταση: “ΕΑΝ ΔΥΟ ΑΡΙΘΜΟΙ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΑΝΤΕΣ ΑΛΛΗΛΟΥΣ ΠΟΙΩΣΙ ΤΙΝΑΣ, ΟΙ ΓΕΓΟΜΕΝΟΙ ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΙΣΟΙ ΑΛΛΗΛΟΙΣ ΕΣΟΝΤΑΙ” (δηλαδή αβ=βα).


     Ασπασία



     Έζησε τον 5ο αι. π.Χ. & καταγόταν από τη Μίλητο της Μ.Ασίας. Ήτανε πολύ μορφωμένη κι αναφέρεται από τον Πλάτωνα ως δασκάλα του Σωκράτη. Υπήρξε παλλακίδα του Περικλή και μητέρα του μοναδικού γιου του. Συνέταξε αρκετές από τις ομιλίες του για τις οποίες ήταεν πολύ φημισμένος. Δίδαξε πολλούς επιφανείς Αθηναίους της εποχής. Πολλές από τις διδασκαλίες τις παρακολουθούσανε γυναίκες τις οποίες ενθάρρυνε να μορφωθούν για να είναι αντάξιες των συζύγων τους.


     Η Ασπασία (περ. 470-περ. 400 π.Χ.) καταγόταν από τη Μίλητο κι ήτανε διάσημη για το δεσμό που διατηρούσε με τον επιφανή Αθηναίο πολιτικό Περικλή. Ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή της. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής της στην Αθήνα κι υπάρχει η πιθανότητα να επηρέασε, διαμέσου του Περικλή, τη πολιτική του αθηναϊκού κράτους. Στ’ όνομά της αναφέρονται στα έργα τους οι Πλάτων, Αριστοφάνης, Ξενοφών κι άλλοι συγγραφείς της εποχής.


     Ορισμένοι από αυτούς υποστηρίζουν πως η Ασπασία διατηρούσε οίκο ανοχής, ενώ ήταν πόρνη κι η ίδια. Ωστόσο οι σύγχρονοι μελετητές είναι επιφυλακτικοί ως προς αυτό το ζήτημα, δεδομένου ότι πρόκειται για ισχυρισμό συγγραφέων (μεταξύ αυτών και κωμικοί ποιητές) που ως στόχο είχαν τη δυσφήμιση του Περικλή. Ορισμένοι μελετητές αμφισβητούν ακόμη και την παράδοση βάσει της οποίας η Ασπασία ήταν εταίρα, θεωρώντας πως στην πραγματικότητα το ζεύγος ήταν παντρεμένο. Η Ασπασία απέκτησε με τον Περικλή ένα γιο, ο οποίος επίσης ονομάστηκε Περικλής. Ο τελευταίος αργότερα έγινε στρατηγός του αθηναϊκού στρατού κι εκτελέστηκε μετά τη Ναυμαχία των Αργινουσών. Μετά το θάνατο του Περικλή του Πρεσβύτερου, πιστεύεται πως η Ασπασία έγινε εταίρα του Λυσικλή, ενός άλλου Αθηναίου πολιτικού και στρατιωτικού.


     Η Ασπασία γεννήθηκε στην ιωνική πόλη της Μιλήτου, στη σημερινή επαρχία του Αϊδινίου στην Τουρκία. Ελάχιστα είναι γνωστά για την οικογένειά της, πέρα από το ότι ο πατέρας της ονομαζόταν Αξίοχος. Εντούτοις, θεωρείται ότι καταγόταν από εύπορη οικογένεια, καθώς η Ασπασία κατείχε εξαιρετική μόρφωση. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ήταν αιχμάλωτη πολέμου από την Καρυά. Γενικά αυτή η άποψη θεωρείται λανθασμένη.


  Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες υπό τις οποίες ταξίδεψε στην Αθήνα. Η ανακάλυψη μιας ταφικής επιγραφής που χρονολογείται τον 4ο αιώνα π.Χ. και η οποία αναφέρει τα ονόματα Αξίοχος και Ασπάσιος, οδήγησε τον ιστορικό Πίτερ Κ. Μπίκνελ σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας του οικογενειακού περιβάλλοντος της Ασπασίας και τις πιθανές σχέσεις του με την Αθήνα. Η θεωρία του τη συνδέει με τον Αλκιβιάδη Β' των Σκαμβονιδών, ο οποίος εξοστρακίστηκε από την Αθήνα το 460 π.Χ. και ίσως έζησε τα χρόνια της εξορίας του στη Μίλητο. Ο Μπίκνελ εικάζει ότι, μετά την αποπομπή του, ο Αλκιβιάδης μετέβη στη Μίλητο, όπου και παντρεύτηκε την κόρη κάποιου που ονομαζόταν Αξίοχος. Τελικά ο Αλκιβιάδης επέστρεψε στην Αθήνα με τη νέα του σύζυγο και τη μικρότερη αδερφή της, την Ασπασία. Ο Μπίκνελ υποστηρίζει προς το πρώτο παιδί αυτού του γάμου ονομαζόταν Αξίοχος (θείος του διάσημου Αλκιβιάδη), ενώ το δεύτερο Ασπάσιος. Επίσης, εικάζει ότι ο Περικλής γνωρίστηκε με την Ασπασία επειδή διατηρούσε στενές σχέσεις με το σπιτικό του Αλκιβιάδη.     Σύμφωνα με τις αμφισβητήσιμες αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και ορισμένων σύγχρονων μελετητών, στην Αθήνα η Ασπασία έγινε εταίρα και πιθανώς ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής. Οι εταίρες ήταν επαγγελματίες που αναλάμβαναν την ψυχαγωγία ανδρών της ανώτερης τάξης, και ήταν και παλλακίδες τους. Πέρα από την εξωτερική τους ομορφιά, διέφεραν από τις άλλες Αθηναίες στο γεγονός ότι ήταν μορφωμένες (συχνά σε υψηλό επίπεδο, όπως η Ασπασία), ήταν ανεξάρτητες και πλήρωναν φόρους. Ίσως ήταν ό,τι πιο κοντινό μπορεί να φανταστεί κανείς στις απελευθερωμένες γυναίκες, και η Ασπασία, η οποία εξελίχτηκε σε λαμπερή προσωπικότητα της αθηναϊκής κοινωνίας, ήταν πιθανώς ένα προφανές παράδειγμα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Ασπασία συγκρινόταν με την διαβόητη Θαργηλία, μια άλλη ξακουστή εταίρα από την αρχαία Ιωνία.  

   Όντας ξένη κι ίσως εταίρα, η Ασπασία ήταν ελεύθερη από τις νομικές δεσμεύσεις που κατά παράδοση καθήλωναν τις παντρεμένες γυναίκες στα σπίτια τους, κι έτσι της επιτρεπόταν να συμμετέχει στη κοινωνική ζωή της πόλης. Έγινε ερωμένη του επιφανούς πολιτικού Περικλή στις αρχές της δεκαετίας του 440 π.Χ. Μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του σύζυγο (περ. 445 π.Χ.), η Ασπασία άρχισε να συγκατοικεί μαζί του, αν και δεν υπάρχει κοινά αποδεκτή άποψη για το αν παντρεύτηκαν ή όχι.

Ο γιος τους, Περικλής, είχε έρθει στον κόσμο γύρω στο 440 π.Χ. Η Ασπασία θα πρέπει να ήταν πολύ νέα, αν κρίνει κανείς από το γεγονός πως χάρισε ένα παιδί στο Λυσικλή περίπου το 428 π.Χ.     Στους κοινωνικούς κύκλους η Ασπασία ήταν γνωστή για την ικανότητά της στον λόγο και τις συμβουλές της, παρά απλά για τη φυσική της ομορφιά. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το σπίτι της έγινε κέντρο πολιτισμού στην πόλη των Αθηνών, προσελκύοντας επιφανείς συγγραφείς και στοχαστές, ανάμεσα στους οποίους και το φιλόσοφο Σωκράτη.

Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι παρά την "ανήθικη" ζωή της, οι Αθηναίοι έφερναν μαζί τις συζύγους τους για να ακούν τις συζητήσεις της.  

   Ο Περικλής, η Ασπασία και το φιλικό τους περιβάλλον δεν ήταν απρόσβλητοι από επιθέσεις, καθώς στην Αθηναϊκή Δημοκρατία το πρόσωπο που πρωτοστατούσε στην πολιτική ζωή δεν ήταν απαραβίαστο. Η σχέση της με τον Περικλή και η επακόλουθη ανάμειξή της στην πολιτική ζωή ξεσήκωσε πολλές αντιδράσεις. Ο Ντόναλντ Κάγκαν, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Γέιλ, πιστεύει ότι η Ασπασία δεν ήταν καθόλου δημοφιλής την περίοδο που ακολούθησε το Σαμιακό Πόλεμο. Το 440 π.Χ., η Σάμος βρισκόταν σε πόλεμο με τη Μίλητο για την Πριήνη, μια αρχαία πόλη της Ιωνίας στους πρόποδες των λόφων της Μυκάλης. Όταν έχασαν τον πόλεμο, οι Μιλήσιοι ζήτησαν από τους Αθηναίους να μεσολαβήσουν υπέρ αυτών στη διαμάχη τους με τη Σάμο. Όταν οι Αθηναίοι διέταξαν τις δύο πλευρές να παύσουν τις εχθροπαξίες και να τους αναθέσουν τη διαιτησία, οι Σαμιώτες αρνήθηκαν. Ως εκ τούτου, ο Περικλής προκάλεσε ψήφισμα εκστρατείας κατά της Σάμου. Η εκστρατεία αποδείχτηκε δυσχερής κι οι Αθηναίοι υπέφεραν από βαριές απώλειες προτού καταφέρουν να υποτάξουν τελικά τη Σάμο. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, κυκλοφόρησε η φήμη ότι η Ασπασία, η οποία γεννήθηκε στη Μίλητο, υποκίνησε έναν πόλεμο που ο Περικλής δεν επιθυμούσε, και τελικά το έκανε για να την ευχαριστήσει.  



 

Πριν από την έκρηξη του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ.-404 π.Χ.), ο Περικλής, κάποιοι από τους στενούς του συνεργάτες κι η Ασπασία αντιμετώπισαν μια σειρά προσωπικών και νομικών επιθέσεων. Ιδιαίτερα η Ασπασία κατηγορήθηκε ότι διέφθειρε νεαρά κορίτσια, προκειμένου να ικανοποιήσει τις διαστροφές του Περικλή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, δικάστηκε για ασέβεια, με δημόσιο κατήγορο τον κωμικό ποιητή Έρμιππο. Αυτές οι κατηγορίες δεν ήταν, πιθανώς, τίποτε περισσότερο από αστήριχτες συκοφαντίες, ωστόσο η όλη εμπειρία άφησε τον μεγάλο Αθηναίο πολιτικό με μεγάλη πικρία. Παρόλο που η Ασπασία αθωώθηκε χάρη σε ασυνήθιστο συναισθηματικό ξέσπασμα του Περικλή, ο φίλος του γλύπτης Φειδίας πέθανε στη φυλακή. Ένας άλλος φίλος του, ο Αναξαγόρας, δέχτηκε επίθεση από την Εκκλησία του Δήμου για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Ο Κάγκαν θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο η ίδια η αφήγηση της δίκης και της αθώωσης της Ασπασίας να είναι πλαστή, "στην οποία πραγματικές συκοφαντίες, υποψίες και χυδαία αστεία μετατράπηκαν σε μια φανταστική δικαστική διαμάχη".     Ο Άντονυ Τζ. Ποντλέκι, Καθηγητής των Κλασικών στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας του Καναδά (University of British Columbia), ισχυρίζεται ότι ο Πλούταρχος ή η πηγή του παρεξήγησαν κάποια σκηνή από ένα θεατρικό έργο. Ο Κάγκαν καταλήγει πως ακόμη και να πιστέψει κανείς τις ιστορίες αυτές, η Ασπασία βγήκε άθικτη με ή χωρίς τη βοήθεια του Περικλή.     Στη κωμωδία «Αχαρνής», ο κωμικός Αριστοφάνης κατηγορεί την Ασπασία για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Υποστηρίζει ότι το Μεγαρικό Διάταγμα που εξέδωσε ο Περικλής, το οποίο απαγόρευσε στα Μέγαρα τη διεξαγωγή εμπορίου με τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους, ήταν πράξη εκδίκησης επειδή κάποιοι Μεγαρείς απήγαγαν πόρνες από τον οίκο της Ασπασίας. Η απόδοση ευθυνών στην Ασπασία για τον Πελ. Πόλεμο από τον Αριστοφάνη ίσως αντικατοπτρίζει αναμνήσεις από το προγενέστερο επεισόδιο με τον πόλεμο ανάμεσα σε Μίλητο και Σάμο. Ο Πλούταρχος αναφέρει επίσης τα σατιρικά σχόλια κι άλλων κωμικών ποιητών, όπως ο Εύπολις κι ο Κρατίνος*. Σύμφωνα με τον Ποντλέσκι, ο τύραννος της Σάμου, Δούρις, φέρεται να υποστηρίζει την άποψη πως η Ασπασία ευθύνεται για το ξέσπασμα τόσο του Σαμιακού, όσο και του Πελοποννησιακού Πολέμου.     Η Ασπασία ονομάστηκε κατά καιρούς Νέα Ομφάλη, Δηιάνειρα**, Ήρα κι Ελένη. Επιπρόσθετες επιθέσεις κατά του ζεύγους αναφέρει ο Αθήναιος. Ακόμη κι ο γιος του Περικλή, Ξάνθιππος, που ‘χε βλέψεις στη πολιτική, δε δίστασε να κακολογήσει τον πατέρα του για τη προσωπική του ζωή.     Το 429 π.Χ., χρονιά κατά την οποία η Αθήνα δοκιμαζόταν από τον λοιμό των Αθηνών, ο Περικλής στάθηκε μάρτυρας του θανάτου τόσο της αδερφής του, όσο και των δύο νόμιμων παιδιών του από την πρώτη του σύζυγο, του Ξάνθιππου και του πολυαγαπημένου του Πάραλου. Με το ηθικό ιδιαίτερα χαμηλό, έπεσε σε βαθιά θλίψη, και ούτε η συντροφιά της Ασπασίας μπόρεσε να τον παρηγορήσει. Λίγο πριν το θάνατό του, οι Αθηναίοι επέτρεψαν μια αλλαγή στο νόμο που αφορούσε την ιδιότητα του Αθηναίου Πολίτη του 451 π.Χ., κι έτσι μπόρεσε ο γιος του από την Ασπασία, ο Περικλής, που ήταν κατά το ήμισυ Αθηναίος, να αποκτήσει πλήρη πολιτικά δικαιώματα και να γίνει κληρονόμος του. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως ήταν ο Περικλής εκείνος που είχε προτείνει το νόμο βάσει του οποίου πλήρη πολιτικά δικαιώματα είχαν μόνο τ’ άτομα που είχανε και τους 2 γονείς Αθηναίους. Ο Περικλής απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού το φθινόπωρο του 429 π.Χ.     Ο Πλούταρχος μεταφέρει πληροφορίες του Αισχίνη του Σωκρατικού, ο οποίος έγραψε ένα διάλογο με θέμα την Ασπασία (σήμερα χαμένο), σύμφωνα με τις οποίες μετά το θάνατο του Περικλή η Ασπασία έζησε στο πλευρό του Λυσικλή, με τον οποίο απέκτησε έναν ακόμη γιο, και τον οποίο έκανε τον πρώτο άνδρα της πόλης. Ο Λυσικλής σκοτώθηκε πάνω στο καθήκον το 428 π.Χ. Με το θάνατο του Λυσικλή σταματούν οι αναφορές των συγχρόνων της συγγραφέων. Είναι άγνωστο, για παράδειγμα, αν ήταν ακόμη εν ζωή όταν ο γιος της, Περικλής, εξελέγη στρατηγός ή όταν εκτελέστηκε μετά τη Ναυμαχία των Αργινουσών. Ο θάνατός της τοποθετείται περίπου το 401-400 π.Χ. από τους ιστορικούς, εξαιτίας της εκτίμησης ότι είχε ήδη πεθάνει όταν εκτελέστηκε ο Σωκράτης το 399 π.Χ., μια χρονολόγηση που προκύπτει από τη δομή της «Ασπασίας» του Αισχίνη.     Η Ασπασία εμφανίζεται στα φιλοσοφικά κείμενα του Πλάτωνα, του Ξενοφώντα, του Αισχίνη του Σωκρατικού και του Αντισθένη. Ορισμένοι μελετητές εικάζουν ότι ο Πλάτων εντυπωσιάστηκε τόσο από την ευστροφία της, ώστε βάσισε τη Διοτίμα, χαρακτήρα του Συμποσίου του σε εκείνη. Υπάρχουν ωστόσο κι άλλοι που θεωρούν τη Διοτίμα υπαρκτό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Τσάρλς Καν, καθηγητή της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, η Διοτίμα είναι από πολλές απόψεις η απάντηση του Πλάτωνα στην Ασπασία του Αισχίνη.     Στο «Μενέξενο», ο Πλάτων διακωμωδεί τη σχέση της Ασπασίας με τον Περικλή κι αναφέρεται σε μια ειρωνική ρήση του Σωκράτη, ότι η Ασπασία δίδαξε πολλούς ρήτορες. Η πρόθεση του Σωκράτη είναι να αμαυρώσει τη φήμη του Περικλή ως ρήτορα, υποστηρίζοντας ειρωνικά πως, από τη στιγμή που τον δίδαξε η Ασπασία, ο Αθηναίος πολιτικός θα ήταν ανώτερος στη ρητορική από κάποιον που τον δίδαξε ο Αντιφών. Επίσης αποδίδει τη συγγραφή του περίφημου «Επιταφίου» του Περικλή στη Ασπασία και κατακρίνει την ευλάβεια των συγχρόνων του στο πρόσωπο του Περικλή***. Ο Καν υποστηρίζει πως ο Πλάτων ασπάστηκε την άποψη του Αισχίνη ότι η Ασπασία δίδαξε ρητορική στον Περικλή και το Σωκράτη. Η Ασπασία του Πλάτωνα κι η Λυσιστράτη του Αριστοφάνη αποτελούν εξαιρέσεις στην αντίληψη πως οι γυναίκες δεν έχουν ρητορικές ικανότητες, αν κι οι δύο αυτοί φανταστικοί χαρακτήρες δεν μας λένε κάτι για την πραγματική θέση της γυναίκας στην Αρχαία Αθήνα. Όπως παρατηρεί η Μάρθα Λ. Ρόουζ, καθηγήτρια Ιστορίας στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Τρούμαν: "μοναχά στις κωμωδίες τα σκυλιά καταφεύγουν στα δικαστήρια, τα πουλιά κυβερνούνε κι οι γυναίκες δημηγορούν".     Ο Ξενοφών αναφέρει σε 2 περιστάσεις την Ασπασία στα σωκρατικά του έργα: στα «Απομνημονεύματα» και στον «Οικονομικό». Και στις δύο περιπτώσεις ο Σωκράτης προτείνει στον Κριτόβουλο να τη συμβουλευτεί. Στα «Απομνημονεύματα» ο Σωκράτης αναφέρει μια ρήση της Ασπασίας, ότι το πρόσωπο που κάνει ένα συνοικέσιο θα πρέπει να αναφέρει με ειλικρίνεια τα καλά χαρακτηριστικά ενός άνδρα.[40] Στον «Οικονομικό» ο Σωκράτης παραδέχεται ότι η Ασπασία κατέχει περισσότερες γνώσεις σχετικά με τη διαχείριση ενός σπιτιού και την οικονομική σχέση ανάμεσα στους δύο συζύγους.     Τόσον ο Αισχίνης ο Σωκρατικός, όσο κι ο Αντισθένης, ονόμασαν έναν σωκρατικό διάλογο «Ασπασία», αν και σήμερα δεν σώζονται παρά λίγα αποσπάσματα. Οι κύριες πηγές μας για την «Ασπασία» του Αισχίνη είναι οι Αθήναιος, Πλούταρχος και Κικέρων. Στο διάλογο, ο Σωκράτης προτείνει στον Καλλία να στείλει το γιο του Ιππόνικο στην Ασπασία για καθοδήγηση. Όταν ο Καλλίας αντιτίθεται στη προοπτική μιας γυναίκας δασκάλας, ο Σωκράτης απαντά ότι η Ασπασία επηρέασε θετικά τον Περικλή και, μετά το θάνατό του, το Λυσικλή. Σε απόσπασμα του διαλόγου που διασώζει στα λατινικά ο Κικέρων, η Ασπασία εμφανίζεται ως «θηλυκός Σωκράτης», συμβουλεύοντας αρχικά τη σύζυγο του Ξενοφώντα και κατόπιν τον ίδιο (ο συγκεκριμένος Ξενοφών δεν είναι ο διάσημος ιστορικός) σχετικά με την απόκτηση αρετής διαμέσου της αυτογνωσίας. Ο Αισχίνης παρουσιάζει την Ασπασία ως δασκάλα κι εμπνευστή της τελειότητας, συνδέοντας τις αρετές αυτές με την ιδιότητά της ως εταίρας. Σύμφωνα με τον Καν, καθένα από τα επεισόδια στην Ασπασία του Αισχίνη δεν είναι απλά πλαστό, αλλά κι απίστευτο.     Από την «Ασπασία» του Αντισθένη διασώζονται μόλις 2-3 αποσπάσματα. Αυτός ο διάλογος περιέχει αρκετή λασπολογία, αλλά κι ανέκδοτα σχετικά με το βίο του Περικλή. Ο Αντισθένης κατά τα φαινόμενα δεν εξαπέλυσε επίθεση μοναχά κατά της Ασπασίας, αλλά εναντίον ολόκληρης της οικογένειας του Περικλή, συμπεριλαμβανομένων των γιων του. Ο φιλόσοφος πιστεύει ότι ο μεγάλος πολιτικός επέλεξε την ηδονή από την αρετή. Κατ’ επέκτασην η Ασπασία παρουσιάζεται ως η προσωποποίηση μιας ζωής παραδομένης σε σεξουαλικές απολαύσεις.     Η Ασπασία εμφανίζεται σε πολλά σημαντικά έργα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Ο ρομαντικός δεσμός της με τον Περικλή ενέπνευσε μερικούς από τους διασημότερους μυθιστοριογράφους και ποιητές των τελευταίων αιώνων. Ιδιαίτερα οι εκπρόσωποι του ρομαντισμού κατά το 19ο αι. κι οι συγγραφείς ιστορικών μυθιστορημάτων του 20ου αι. βρήκαν στην ιστορία της μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης.     Το 1835 η Λυδία Μαρία Τσάιλντ, Αμερικανίδα οπαδός της κατάργησης της δουλείας, συγγραφέας και δημοσιογράφος, δημοσίευσε τη «Φιλοθέα», ένα κλασικό ρομάντζο, που τοποθετείται την εποχή του Περικλή και της Ασπασίας. Το συγκεκριμένο έργο θεωρείται το πιο επιτυχημένο και περίτεχνο της συγγραφέως, επειδή οι γυναικείοι χαρακτήρες κι ειδικά η Ασπασία, παρουσιάζονται με ιδιαίτερη λεπτότητα κι ομορφιά.     Το 1836, ο Γουόλτερ Σάβατζ Λάντορ, Άγγλος συγγραφέας και ποιητής, δημοσίευσε το «Περικλής & Ασπασία», ένα από τα διασημότερα βιβλία του. Το έργο αυτό είναι μια αναπαράσταση της κλασικής Αθήνας διαμέσου μιας σειράς από φανταστικά γράμματα, που περιέχουν πολυάριθμα ποιήματα. Τα γράμματα συχνά ξεφεύγουν από τα πραγματικά γεγονότα αλλά προσπαθούν να αιχμαλωτίσουν το πνεύμα του Χρυσού Αιώνα του Περικλή.     Ο Ρόμπερτ Χάμερλινγκ είναι ένας ακόμη λογοτέχνης που άντλησε έμπνευση από την προσωπικότητα της Ασπασίας. Το 1876 δημοσίευσε το μυθιστόρημα «Ασπασία», ένα βιβλίο για τους τρόπους και τα ήθη της εποχής του Περικλή, καθώς κι έργα πολιτιστικού και ιστορικού ενδιαφέροντος.     O Ιταλός ποιητής Τζάκομο Λεοπάρντι, που εμπνεύστηκε από το κίνημα του ρομαντισμού, δημοσίευσε ένα σύνολο από πέντε ποιήματα, γνωστά ως «ο Κύκλος της Ασπασίας». Τα ποιήματα αυτά είναι εμπνευσμένα από την επώδυνη εμπειρία του απελπισμένου και ανεκπλήρωτου έρωτα για μια γυναίκα, τη Φάννυ Ταρτζόνι Τοτσέττι. Ο Λεοπάρντι αποκαλεί τη γυναίκα αυτή Ασπασία, από τη σύντροφο του Περικλή.     Το 1918, ο μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Τζωρτζ Κραμ Κουκ παρουσίασε το πρώτο του θεατρικό «Οι Αθηναίες», που παρουσιάζει την Ασπασία ως καθοδηγήτρια ενός κινήματος για ειρήνη. Ο Κουκ συνδύασε το αντιπολεμικό αίσθημα των ημερών του με το σκηνικό της Αρχαίας Αθήνας.     Η Αμερικανίδα συγγραφέας Γερτρούδη Άθερτον στο έργο «Ο Αθάνατος Γάμος» (1927) πραγματεύεται την ιστορία του Περικλή και της Ασπασίας, κάνοντας αναφορά στις περιόδους του Σαμιακού Πολέμου, του Πελοποννησιακού Πολέμου και του Λοιμού των Αθηνών.     Το όνομα της Ασπασίας συνδέεται στενά με τη δόξα και τη φήμη του Περικλή. Ο Πλούταρχος την αναγνωρίζει ως μια σημαντική προσωπικότητα ανάμεσα στους πολιτικούς και τους διανοούμενους, και εκφράζει το θαυμασμό του για μια γυναίκα που «χειριζόταν όπως επιθυμούσε τους σπουδαιότερους άνδρες του κράτους και παρείχε αφορμή στους φιλοσόφους να μιλούν κολακευτικά για εκείνη και εις μάκρος». Ο συγγραφέας αναφέρει ότι η φήμη της Ασπασίας ήταν τέτοια, που ακόμη κι ο Κύρος ο Νεότερος, που ενεπλάκη σε πόλεμο με το βασιλιά Αρταξέρξη Β' της Περσίας, χάρισε το όνομά της σε μια από τις παλλακίδες του. Όταν ο Κύρος έχασε τη ζωή του στη μάχη, η γυναίκα αυτή δόθηκε ως λάφυρο στο βασιλιά, στον οποίο άσκησε μεγάλη επιρροή. Ο Λουκιανός αποκαλεί την Ασπασία «πρότυπο σοφίας» κι εξυμνεί «τις γνώσεις της γύρω από την πολιτική, τη διορατικότητα, την εξυπνάδα και την οξυδέρκειά της». Ένα κείμενο συριακής προέλευσης, σύμφωνα με το οποίο η Ασπασία συνέθεσε ένα λόγο και ζήτησε από έναν άνδρα να το διαβάσει για χάρη της στο δικαστήριο, επιβεβαιώνει τη φήμη της ρητορικής δεινότητας της. Μια βυζαντινή εγκυκλοπαίδεια του 10ου αιώνα, η Σούδα, αναφέρει ότι η Ασπασία χρησιμοποιούσε έξυπνα τις λέξεις, πως ήταν σοφίστρια και δασκάλα της ρητορικής.     Βασιζόμενοι στις παραπάνω αποτιμήσεις, μια σειρά από μελετητές υποστηρίζουν ότι η Ασπασία υπήρξε, κατά τα φαινόμενα, η μοναδική γυναίκα στην κλασική Ελλάδα που κατάφερε να διακριθεί στο δημόσιο βίο, επηρεάζοντας τον Περικλή στη σύνταξη των δημόσιων λόγων του. Μια μερίδα ιστορικών είναι της άποψης ότι η Ασπασία ίδρυσε μια Ακαδημία για κορίτσια πλούσιων οικογενειών ή ακόμη ότι αποτελεί τον εφευρέτη τη σωκρατικής μεθόδου. Ωστόσο, ο Ρόμπερτ Γ. Γουάλας, Καθηγητής των Κλασικών στο Northwestern University, τονίζει πως «δεν μπορούμε να δεχτούμε ως ιστορική αλήθεια το ανέκδοτο της εποχής, βάσει του οποίου η Ασπασία έμαθε στον Περικλή να μιλά, οπότε ήταν σημαντική ρήτορας ή φιλόσοφος». Ο Γουάλας θεωρεί ότι πιθανώς ο Πλάτων αποδίδει αυτό το ρόλο στην Ασπασία επηρεασμένος από την κωμωδία. Ο Κάγκαν με τη σειρά του περιγράφει την Ασπασία ως μια «όμορφη, ανεξάρτητη, εξαιρετικά έξυπνη νεαρή γυναίκα, ικανή να συμμετέχει επί ίσοις όροις σε μια συζήτηση ανάμεσα στα μεγαλύτερα μυαλά της Ελλάδας, καθώς και να συζητά και να δίνει διευκρινήσεις σε οποιαδήποτε ερώτηση με το σύζυγό της». Ο Ρότζερ Τζαστ, Καθηγητής της κοινωνικής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, πιστεύει ότι η Ασπασία ήταν ένα εξαιρετικό πρόσωπο, αλλά το παράδειγμά της είναι από μόνο του αρκετό για να τονίσει το γεγονός ότι για να γίνει μια γυναίκα ισάξια πνευματικά και κοινωνικά ενός άντρα έπρεπε να ήταν εταίρα. Σύμφωνα με την Προύντενς Άλλεν, φιλόσοφο και καθηγήτρια, η Ασπασία προώθησε την προοπτική να γίνει μια γυναίκα φιλόσοφος ένα βήμα παραπέρα από τη ποιήτρια Σαπφώ.     Όπως τονίζει ο Τζόνα Λέντερινγκ, το βασικότερο πρόβλημα των σύγχρονων μελετητών είναι πως τα περισσότερα πράγματα που είναι γνωστά για το βίο της Ασπασίας είναι απλές υποθέσεις. Ο Θουκυδίδης δεν την αναφέρει καθόλου. Μοναδικές μας πηγές είναι αναξιόπιστες αναπαραστάσεις και υποθέσεις που καταγράφονται από λογοτέχνες και φιλοσόφους, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονταν για την Ασπασία ως ιστορικό πρόσωπο. Κατ’ επέκταση, για το πρόσωπό της διαθέτουμε μια σειρά από αναφορές που αντιφάσκουν: άλλοτε είναι μια καλή σύζυγος όπως η Θεανώ κι άλλοτε ένας συνδυασμός παλλακίδας και πόρνης, όπως η Θαργηλία. Για τους παραπάνω λόγους, υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με το αν πρόκειται για υπαρκτό πρόσωπο.     Σύμφωνα με τον Γουάλας, «για μας η Ασπασία διαθέτει και μπορεί να διαθέσει σχεδόν μηδενική ιστορική υπόσταση». Για το λόγο αυτό, η Μαντλέν Μ. Χένρυ, Καθηγήτρια των Κλασικών στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα, αναφέρει ότι «τα βιογραφικά ανέκδοτα που κυκλοφόρησαν κατά την αρχαιότητα για την Ασπασία είναι εξαιρετικά παραστατικά, σχεδόν με μηδενική επαληθευσιμότητα και παραμένουνε ζωντανά μέχρι τον 20ο αι.». Καταλήγει πως «είναι δυνατό να χαρτογραφήσουμε μονάχα τις απλούστερες πιθανότητες σχετικά με τη ζωή της».     Ο Χένρυ θεωρεί λασπολογία τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και κωμικών ποιητών πως η Ασπασία ήταν πόρνη και διατηρούσε οίκο ανοχής. Υποστηρίζει πως οι υπαινιγμοί αυτοί είχανε στόχο να αμαυρώσουν τη φήμη της ηγεσίας της Αθήνας και βασίζονται στο γεγονός ότι, εξαιτίας ενός νόμου που ο ίδιος είχε περάσει, ο Περικλής δεν μπόρεσε να παντρευτεί την Ασπασία και αναγκάστηκε απλά να συγκατοικεί μαζί της. Για τους λόγους αυτούς, η ιστορικός Νικόλ Λορώ αμφισβητεί ακόμη και την ίδια τη περιγραφή των αρχαίων συγγραφέων, που θέλει την Ασπασία να είναι εταίρα ή παλλακίδα. Οι Φορνάρα και Σάμονς επίσης απορρίπτουνε την εκδοχή πως η Ασπασία εκδιδότανε και διατηρούσε κακόφημα σπίτια.     Σύμφωνα με την Ντέμπρα Νέιλς, Καθηγήτρια της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, αν η Ασπασία δεν ήταν ελεύθερη γυναίκα, το διάταγμα βάσει του οποίου κρίθηκε νόμιμος ο γιος της από τον Περικλή, αλλά κι ο μετέπειτα γάμος της με το Λυσικλή (η Νέιλς θεωρεί πως η Ασπασία νυμφεύθηκε το Λυσικλή) θα ήταν αδύνατα.     Οι Φορνάρα και Σάμονς υιοθετούν την άποψη πως ο Περικλής παντρεύτηκε μεν την Ασπασία, αλλά ο νόμος του περί δικαιωμάτων του πολίτη, τη καθιστούσε παράνομη σύντροφο. Ο Γουάλας υποστηρίζει πως, με το να παντρευτεί την Ασπασία, αν πράγματι τη παντρεύτηκε, ο Περικλής συνέχισε μια παράδοση που ήθελε διακεκριμένους Αθηναίους αριστοκράτες να παντρεύονται ξένες με υψηλές διασυνδέσεις. Ο Χένρυ πιστεύει ότι τον Περικλή εμπόδισε ο δικός του νόμος να παντρευτεί την Ασπασία κι έτσι συγκατοικήσανε χωρίς να προηγηθεί γάμος. Βασισμένος σε απόσπασμα κωμωδίας ο Χένρυ υποστηρίζει πως η Ασπασία ήτανε στη πραγματικότητα «παλλακίδα». Σύμφωνα με τον ιστορικό Γουίλιαμ Σμιθ, η σχέση της Ασπασίας με τον Περικλή ήταν «ανάλογη των μοργανατικών γάμων των σύγχρονων πριγκίπων». Ο ιστορικός Άρνολντ Γ. Γκομ τονίζει πως «σύγχρονοί του αναφέρονταν στον Περικλή σαν να ήτανε παντρεμένος με την Ασπασία».     Σύμφωνα με τον Καν, ιστορίες όπως οι επισκέψεις του Σωκράτη στο σπίτι της Ασπασίας, μαζί με τις συζύγους των φίλων του, καθώς κι η σχέση του Λυσικλή με την Ασπασία, δεν μοιάζουν να βασίζονται στη πραγματικότητα. Πιστεύει ότι ο Αισχίνης αδιαφορούσε για την ιστορικότητα των αφηγήσεών του και πως οι τελευταίες εφευρέθηκαν σε μια εποχή που η ημερομηνία θανάτου του Λυσικλή είχε λησμονηθεί, όχι όμως και η ιδιότητά του. Ο Κάγκαν εικάζει πως, αν πράγματι έλαβε χώρα η δίκη της Ασπασίας, «έχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε ότι συνέβη το 438 παρά σε κάποια άλλη εποχή».     Σύμφωνα με τον Τζέημς Φ. ΜακΓκλου, Καθηγητή του Πανεπιστημίου της Αϊόβα, δεν είναι πολύ πιθανό οι κατηγορίες κατά της Ασπασίας να έγιναν από τον Έρμιππο. Θεωρεί ότι ο Πλούταρχος ή οι πηγές του συγχέουν το δικαστήριο με το θέατρο. Ο Αθήναιος παραθέτει μια ρήση του Αντισθένη, σύμφωνα με την οποία ο Περικλής την υπερασπίστηκε ενάντια σε κατηγορίες για ασέβεια «χύνοντας περισσότερα δάκρυα σε σχέση με τότε που κινδύνευε η ζωή κι η περιουσία του».     Ο αστεροειδής 409 Ασπασία (409 Aspasia), που ανακαλύφθηκε το 1895, πήρε το όνομά του από το ιστορικό αυτό πρόσωπο._______________    Ο Κρατίνος στο έργο Διονυσαλέξανδρος παρομοιάζει τον Περικλή και την Ασπασία με το παράνομο ζεύγος Πάρη κι Ελένης. Όπως ο Πάρης στάθηκε η αφορμή για πόλεμο με το βασιλιά της Σπάρτης, το Μενέλαο, εξαιτίας του πάθους του για την Ελένη, έτσι κι ο Περικλής, παρασυρμένος από μια ξένη, την Ασπασία, ενέπλεξε την Αθήνα σε πόλεμο με τη Σπάρτη. Ο Εύπολις επίσης αποκαλεί την Ασπασία Ελένη.  * Η Ομφάλη κι η Δηιάνειρα ήταν αντίστοιχα η βασίλισσα της Λυδίας που κράτησε για ένα χρόνο αιχμάλωτο τον Ηρακλή κι η πολύπαθη σύζυγός του. Οι Αθηναίοι δραματουργοί ενδιαφέρθηκαν για την Ομφάλη από τα μέσα του 5ου αι. Οι κωμικοί παρωδούσαν τον Περικλή επειδή βρισκόταν υπό την επιρροή μιας γυναίκας σαν την Ασπασία. Η Ασπασία ονομάζεται Ομφάλη στους Χείρωνες του Κρατίνου ή στους Φίλους του Εύπολι.*** Ως σύζυγο του Ολύμπιου Περικλή. Οι Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αποκαλούν τον Περικλή με αυτό το επίθετο, επειδή "άστραφτε και βροντούσε κι ενθουσίαζε την Ελλάδα", καθώς επίσης επειδή κρατούσε τα όπλα του Δία ενώ αγόρευε.--------------------------------------------------------                       Αξιοθέα

     4ος π.Χ. αι. Μαθήτρια κι αυτή, όπως κι η Λασθένεια, της ακαδημίας του Πλάτωνος. Ήλθε στην Αθήνα από τη Πελοποννησιακή πόλι Φλιούντα. Έδειξεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον για τα μαθηματικά και τη φυσική φιλοσοφία. Αργότερα δίδαξε τις επιστήμες αυτές στη Κόρινθο και την Αθήνα. Ο Πλάτωνας δίδαξε φιλοσοφία σε τουλάχιστον δύο γυναίκες, τη Λασθένεια από τη Μαντινεία και την Αξιοθέα από τον Φλιούντα.     Ο Διογένης Λαέρτιος ήταν ιστοριογράφος της αρχαίας φιλοσοφίας που έζησε τον 3ο μ.Χ. αι. (~180 - ~240). Το έργο του Βίοι Φιλοσόφων (πλήρης τίτλος: Βίοι καὶ γνῶμαι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ εὐδοκιμησάντων καί τῶν ἑκάστῃ αἱρέσει ἀρεσκόντων ἐν ἐπιτόμῳ συναγωγῆ) σώζεται ολόκληρο κι αποτελεί τεράστια πηγή πληροφοριών (όχι πάντα αξιόπιστων, βέβαια) για πλήθος φιλοσόφων. Εκεί αναφέρει και μάλιστα δις, τις 2 μαθήτριες του Πλάτωνα. Από τα 10 βιβλία των Βίων, το 3ο είναι ολόκληρο αφιερωμένο στον Πλάτωνα. Όπως είναι φυσικό, γίνεται λόγος και για τους μαθητές του. Ιδού το απόσπασμα:   μαθηταὶ δ’ αὐτοῦ Σπεύσιππος Ἀθηναῖος, Ξενοκράτης Χαλκηδόνιος, Ἀριστοτέλης Σταγειρίτης, Φίλιππος Ὀπούντιος, Ἑστιαῖος Περίνθιος, Δίων Συρακόσιος, Ἄμυκλος Ἡρακλεώτης, Ἔραστος καὶ Κορίσκος Σκήψιοι, Τιμόλαος Κυζικηνός, Εὐαίων Λαμψακηνός, Πύθων καὶ Ἡρακλείδης Αἴνιοι, Ἱπποθάλης <καὶ> Κάλλιππος Ἀθηναῖοι, Δημήτριος Ἀμφιπολίτης, Ἡρακλείδης Ποντικὸς καὶ ἄλλοι πλείους, σὺν οἷς καὶ γυναῖκες δύο Λασθένεια Μαντινικὴ καὶ Ἀξιοθέα Φλειασία, ἣ καὶ ἀνδρεῖα ἠμπίσχετο, ὥς φησι Δικαίαρχος. (Διογένης ΛαέρτιοςΒίοι ΦιλοσόφωνIII, 46).     Η Λασθένεια από τη Μαντινεία, την αρχαιότατη πόλη της Αρκαδίας κι η Αξιοθέα από το Φλειούντα, την αρχαία πόλη-κράτος της Κορινθίας. Γυναίκες! Μάλιστα, για τη 2η γράφει ο Διογένης: "η οποία φορούσε αντρικά ρούχα, όπως λέει ο Δικαίαρχος". Εδώ αρχίζουνε τα δύσκολα. Εντάξει, φορούσε αντρικά ρούχα για να μπορεί να παρακολουθεί τις παραδόσεις (αρχικά του Πλάτωνα στη συνέχεια και του Σπεύσιππου, του ανιψιού του που τονε διαδέχτηκε ως σχολάρχης στην Ακαδημία), αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε. Αλλά γιατί μόνον η Αξιοθέα; Δηλαδή, η Λασθένεια έμπαινε στην Ακαδημία χωρίς μεταμφίεση; Γιατί ο Διογένης είναι σαφής: «Ἀξιοθέα Φλειασία, ἣ καὶ ἀνδρεῖα ἠμπίσχετο» -μόνο για την Αξιοθέα λέει ότι φορούσε αντρικά ρούχα. (Εδώ να σημειώσω ότι απορώ με την ακαδημαϊκή διαμάχη για το αν φορούσαν αντρικά κι οι δύο ή μόνον η Αξιοθέα. Το απόσπασμα δεν αφήνει περιθώριο για παρερμηνεία: στον ενικό κι η αντωνυμία και το ρήμα. Δεν χρειάζεται να είσαι η κορυφή της αρχαιομάθειας για να το καταλάβεις. Απορώ.) Και ποιος, τέλος πάντων, τα λέει αυτά; Ο Δικαίαρχος. Μήπως να ζητήσουμε από κείνον να μας λύσει τις απορίες;


 Ο Δικαίαρχος (350-290 π.Χ.) ήταν φιλόσοφος, γεωγράφος και μαθηματικός που φοίτησε στο Λύκειο του Αριστοτέλη. Από τα έργα του ελάχιστα αποσπάσματα σώζονται και σίγουρα όχι κείνα που είχε στα χέρια του ο Διογένης Λαέρτιος όταν έγραφε τους Βίους 6 αιώνες αργότερα. Συνεπώς, ο Δικαίαρχος, παρότι σίγουρα γνώριζε καθότι σύγχρονος των υπό διερεύνηση δεσποινίδων, δεν μπορεί να μας διαφωτίσει. Για να δούμε τη 2η αναφορά του Διογένη Λαέρτιου στη Λασθένεια και την Αξιοθέα. Το απόσπασμα είναι από το 4ο βιβλίο των Βίων όπου γίνεται λόγος, μεταξύ άλλων, για τον Σπεύσιππο (408-339/338 π.Χ.).

   "...ἐλέγοντο δὲ αὐτοῦ καὶ αἱ Πλάτωνος ἀκούειν μαθήτριαι, Λασθένειά τε ἡ Μαντινικὴ καὶ Ἀξιοθέα ἡ Φλιασία. ὅτε καὶ Διονύσιος πρὸς αὐτὸν γράφων τωθαστικῶς φησι·‘καὶ ἐκ τῆς Ἀρκαδικῆς σου μαθητρίας ἔστι τὴν σοφίαν καταμαθεῖν. καὶ Πλάτων μὲν ἀτελεῖς φόρων τοὺς παρ’ αὐτὸν φοιτῶντας ἐποίει· σὺ δὲ δασμολογεῖς καὶ παρ’ ἑκόντων καὶ ἀκόντων λαμβάνεις’. (Διογένης Λαέρτιος, Βίοι Φιλοσόφων, IV, 2)

   Λέγεται ότι μαθήτριές του [του Σπεύσιππου] έγιναν κι οι γυναίκες-μαθήτριες του Πλάτωνα, η Λασθένεια από τη Μαντινεία κι η Αξιοθέα από το Φλειούντα. Κι ο Διονύσιος [ο Νεότερος, των Συρακουσών] του γράφει [του Σπεύσιππου] χλευαστικά: «μπορεί κανείς να μάθει φιλοσοφία κι από τη μαθήτρια του από την Αρκαδία. Γιατί μπορεί ο Πλάτωνας να μη χρέωνε δίδακτρα στους μαθητές του, αλλά σύ τους τα παίρνεις, είτε θέλουν να πληρώσουν είτε όχι».

     200px-speusippus_in_thomas_stanley_history_of_philosophy. Νέα στοιχεία! Η Λασθένεια κι η Αξιοθέα συνέχισαν και μετά το θάνατο του Πλάτωνα να παρακολουθούν παραδόσεις στην Ακαδημία, αυτή τη φορά από τον διάδοχό του, τον Σπεύσιππο. Από το απόσπασμα προκύπτει ότι ο Διονύσιος ουσιαστικά κατηγορεί τον άσπονδο φίλο του και νέο σχολάρχη της Ακαδημίας αφενός για φιλαργυρία κι αφετέρου για αθέμιτη σύναψη ερωτικής σχέσης (για να το πω με αποστειρωμένη πολιτική ορθότητα) με μια μαθήτριά του, τη Λασθένεια. Αν πιστέψουμε τις πηγές, ο Σπεύσιππος ήταν, εκτός από οξύθυμος, και φιλοχρήματος και γυναικάς. Το επιβεβαιώνει αυτό κι ο Διονύσιος, οπότε μάλλον είναι αλήθεια ότι ο Σπεύσιππος δεν ήτανε κι υπόδειγμα αρετής. Αλλά, για να επιστρέψουμε στις 2 δεσποινίδες, αν ισχύουν αυτά που γράφει ο Λαέρτιος, η Λασθένεια (που δεν φορούσε αντρικά) ήτανε κάτι παραπάνω από μαθήτρια του Σπεύσιππου. Ίσως αυτό να δικαιολογεί τη παρουσία της στην Ακαδημία με γυναικεία ρούχα. Αλλά η Αξιοθέα; Ποιος να ξέρει; Ας εξαντλήσουμε όλες τις πηγές πριν αρχίσουμε τις εικασίες. Για να δούμε τι έχει να πει επί του θέματος ο Θεμίστιος.     Ο Θεμίστιος (317-388 μ.Χ.) ήτανε πολιτικός, ρήτορας και φιλόσοφος. Σπούδασε στη Πόλη, όπου κι έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Προφανώς ήτανε καλός ρήτορας, εξ ου και το προσωνύμιον Ευφραδής. Σ’ έναν από τους σωζόμενους λόγους τους, είχε πει κάτι σχετικό με το υπό εξέταση ζήτημα. Μιλώντας για κάποιο νεαρό που δε κατονομάζεται, είπε:

   […] είχε σχεδόν την ίδια εμπειρία που είχαν η φιλόσοφος Αξιοθέα κι ο Ζήνων ο Κιτιεύς κι ο Κορίνθιος αγρότης. Όταν η Αξιοθέα διάβασε έν από τα έργα του Πλάτωνα σχετικά με τη πολιτεία, έφυγε από την Αρκαδία και πήγε στην Αθήνα. Παρακολούθησε τη διδασκαλία του Πλάτωνα, καταφέρνοντας να κρύψει για αρκετό καιρό το γεγονός ότι ήταν γυναίκα, ακριβώς όπως ο Αχιλλέας είχε κρύψει το φύλο του στο σπίτι του Λυκομήδη. (Λόγος 23, 295c)

     Ο Θεμίστιος είναι κατά έναν αιώνα μεταγενέστερος του Διογένη, άρα χρονικά έζησε ακόμα πιο μακριά από τα γεγονότα που περιγράφει, συνεπώς είναι ακόμα λιγότερο αξιόπιστος. Παρ’ όλα αυτά, μας δίνει ένα σημαντικό στοιχείο για την Αξιοθέα: μας λέει ότι διάβασε ένα έργο του Πλάτωνα σχετικά με τη πολιτεία (προφανώς εννοεί τη Πολιτεία) κι έπαθε τέτοια πλάκα που ’φυγε από τη πατρίδα της (από την Αρκαδία, λέει λανθασμένα ο Θεμίστιος, έχοντας μάλλον μπερδέψει την Αξιοθέα με τη Λασθένεια) και πήγε στην Αθήνα για να παρακολουθήσει τις παραδόσεις του. Μαθαίνουμε επίσης ότι όντως ντυνόταν με αντρικά ρούχα για να κρύβει το φύλο της (χρησιμοποιούσε δηλαδή το τέχνασμα του Αχιλλέα -που ντυνόταν γυναικεία και ζούσε με τις κόρες του Λυκομήδη στη Σκύρο για να αποφύγει να πάει να πολεμήσει στην Τροία- από την ανάποδη).     Αυτές είναι λίγο-πολύ οι πρωτογενείς πηγές. Συν ένα απόσπασμα σε κομμάτι παπύρου που βρέθηκε στην Οξύρρυγχο της Αιγύπτου, όπου αναφέρεται ότι μία γυναίκα, η οποία δεν κατονομάζεται, σπούδασε φιλοσοφία υπό τον Πλάτωνα, τον Σπεύσιππο και τον Μενέδημο τον Ερετριέα. Η μόνη πρόσθετη πληροφορία από τον πάπυρο είναι ότι αυτή η κυρία στην εφηβεία της ήταν όμορφη και γεμάτη ανεπιτήδευτη χάρη. Σε ποιαν να αναφέρεται άραγε, στη Λασθένεια ή στην Αξιοθέα; Δεν γνωρίζουμε.     Εν πάση περιπτώσει, απ’ αυτά τα λίγα που γνωρίζουμε μπορούμε να κάνουμε κάποιες όχι και τόσο παρακινδυνευμένες εικασίες. Για κάποιον λόγο που δεν μπορώ να εξηγήσω, θεωρώ την Αξιοθέα σημαντικότερη από τη Λασθένεια. (Μάλλον φταίει ο Διονύσιος με κείνο το καρφί για τα γκομενικά της Λασθένειας). Όχι πως έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία: με τη πάροδο του χρόνου, Λασθένεια κι Αξιοθέα συγκλίνουνε συμβολικά σ’ ένα και το αυτό πρόσωπο. Συνεπώς, σχεδόν εντελώς αυθαίρετα επιλέγω ως σύμβολο της ακόρεστης δίψας για γνώση την Αξιοθέα.     



Ο Φλειούντας (ο αρχαίος Φλειοῦς) ήτανε σημαντική πόλη-κράτος κοντά στη Νεμέα και σύμμαχος της Σπάρτης. Μπορούμε να υποθέσουμε με ασφάλεια ότι η Αξιοθέα προερχόταν από πλούσια οικογένεια, αφενός γιατί ήξερε να διαβάζει κι αφετέρου γιατί στο σπίτι της υπήρχε αντίγραφο της Πολιτείας. Διάβασε αυτό το αριστούργημα της αρχαιοελληνικής γραμματείας (με το οποίο, όσο κι αν διαφωνεί κανείς -σε ορισμένες περιπτώσεις δικαίως- με τα επιμέρους, δεν παύει να είναι και φιλοσοφικό και λογοτεχνικό διαμάντι) κι εντυπωσιάστηκε σε τέτοιο βαθμό που αποφάσισε ν’ αλλάξει τη ζωή της. (Κυριολεκτικά, όχι σαχλομεταφορικά όπως χρησιμοποιείται συνήθως, π.χ., «Ο Μήτσος μου άλλαξε τη ζωή», πράγμα αδύνατον). Έφυγε από τη πόλη της και πήγε στη εχθρική Αθήνα μόνο και μόνο για να σπουδάσει φιλοσοφία στην Ακαδημία. Μπαίνει κανείς στον πειρασμό να φανταστεί τις συνθήκες και τις λεπτομέρειες, αλλά θα συγκρατηθώ μένοντας όσο πιο κοντά στα γεγονότα γίνεται.     Φτάνοντας στην Αθήνα, είχε μόνο 2 επιλογές: είτε θα γινόταν εταίρα, όπως η Ασπασία του Περικλή (ή, ακόμα χειρότερα, πόρνη), είτε θα παρίστανε τον άντρα. Οι ελεύθερες μη Αθηναίες που ζούσανε στη κλασική Αθήνα δεν είχαν άλλες επιλογές. Η εταίρα απολάμβανε μεν τη προστασία ενός Αθηναίου πολίτη, αλλά παράλληλα ήτανε δέσμιά του, μια παλλακίδα επιφορτισμένη με το καθήκον να προσφέρει χαρά (όχι μόνο στο κρεβάτι· οι εταίρες ήταν συνήθως μορφωμένες κι έξυπνες γυναίκες) στον ισχυρό προστάτη της. Η Αξιοθέα, υποθέτω, ότι δεν ήθελε να βρεθεί υποχείριο κάποιου πλούσιου Αθηναίου, πράγμα που θα της ήταν μάλλον εύκολο, αν ήταν όμορφη και μορφωμένη, όπως μας παραδίδεται. Έτσι, θα μπορούσε να ζήσει χωρίς πρόβλημα στην Αθήνα, αλλά δεν μπορούσε να πηγαίνει στην Ακαδημία. Εκείνη όμως ήθελε να κάνει φιλοσοφία! Γι’ αυτό είχε πάει στην Αθήνα, όχι για να γίνει μαιτρέσσα κάποιου επιφανούς Αθηναίου. Επομένως, επέλεξε να παραστήσει τον άντρα.     Εδώ υπάρχει ένα σημείο που δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Είναι δυνατόν να παριστάνει μια όμορφη γυναίκα τον άντρα για χρόνια ολόκληρα και να μη τη καταλάβει κανείς; Και καλά στη καθημερινότητάς της -εκεί μπορεί να φανταστεί κανείς ότι εμφανιζόταν σπανίως σε δημόσιους χώρους, πρόσεχε πολύ, σχεδόν κρυβόταν. Αλλά στην Ακαδημία; Είναι δυνατόν να περνά ώρες ατελείωτες με αποδεδειγμένα έξυπνους ανθρώπους συζητώντας φιλοσοφικά προβλήματα και να μη καταλάβει κανείς ότι ήταν γυναίκα; Το θεωρώ αδύνατον. (Κι όχι μόνο εγώ· η Kate Lindemann γράφει, με απόλυτη βεβαιότητα, στη Society for the Study of Women Philosophers, Inc.: «Στο κάτω-κάτω ήταν γνωστό ότι [η Αξιοθέα] ήταν γυναίκα ντυμένη σαν άντρας».) Άλλωστε, μέχρι κι αιώνες αργότερα, κάποιοι ήξεραν ότι ήτανε γυναίκα. Από πού το μάθαν οι μεταγενέστεροι; Από τους συγχρόνους της ασφαλώς. Οι οποίοι ήξεραν. Εδώ ανοίγω μία μεγάλη παρένθεση για να παραθέσω το πώς περιγράφει, στηριζόμενος αποκλειστικά στη φαντασία του, ο Γάλλος Roger-Pol Droit την Αξιοθέα:

     Όσον αφορά στο πρόσωπο, ήταν εντάξει. Το μέτωπό της ήταν αρκετό ψηλό, τα φρύδια αρκετά έντονα, η μύτη της αρκετά ίδια, για να την περάσει κανείς για αγόρι. Φυσικά, τα μάτια της ήταν γλυκά, τ’ αυτιά της λεπτοκαμωμένα. Αλλά υπήρχανε πολλοί νέοι άντρες με αυτά τα χαρακτηριστικά. Στην ηλικία που ήτανε, θα μπορούσε κανείς να ξεγελαστεί. Προπαντός αφού είχε κοντά και σγουρά μαλλιά και σχεδόν τετράγωνο πηγούνι. Με τη πλάτη στο φως, διέκρινες μάλιστα ένα πολύ λεπτό χνούδι ψηλά στα μάγουλα και στο πάνω χείλος.     Η σιλουέτα της ήταν επίσης εντάξει: ήταν ψηλή, κάπως οστεώδης, με ισχνά και μακριά άκρα. Η Αξιοθέα ήτανε περήφανη για τη ξερακιανή της σιλουέτα, την απαλλαγμένη από εκείνες τις καμπύλες που κατεδείκνυαν από μακριά τη θηλυκότητα. Μα την αλήθεια, είχε τα πάντα για να τη μπερδέψει κανείς μ’ ένα νέον άντρα. Τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων, πλατιών χεριών της, που ήτανε καλοκαμωμένα αλλά σχεδόν τραχιά.     Τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα. Το μόνο, αλλά απειλητικό πρόβλημα ήταν τα στήθη. Δύο μήλα στρογγυλά, σφιχτά, ψηλά στο κορμόν ολοφάνερα. Θα ‘ταν αδύνατον να τη περάσουνε για αγόρι, αν έβλεπαν το ύφασμα του χιτώνα της τεντωμένο από αυτές τις υπεροπτικές και σταθερές καμπύλες. Και χωρίς αντρικήν εμφάνιση, θ’ αποχαιρετούσε τη γνώση, τη σοφία, την ανύψωση της ψυχής που προσφέρει η φιλοσοφία. Ο Πλάτων δεν ήθελε γυναίκες στην Ακαδημία. Και όμως η Αξιοθέα ήθελε να ακούσει τη διδασκαλία του. (σελ. 109-110).     Ο Droit προτιμά την εκδοχή που θέλει την Αξιοθέα να καταφέρνει να ξεγελάσει ως προς το φύλο της, μίαν ολάκερη πόλη για πολλά χρόνια. Παραδέχομαι ότι δραματουργικά αυτή η εκδοχή προσφέρει περισσότερες δυνατότητες, αλλά είναι αναληθοφανής, για να το πω κομψά.     Δεν ξέρουμε αν ο Πλάτωνας ήθελε γυναίκες στην Ακαδημία. Ήθελε-δεν ήθελε, δεν μπορούσε να τις κάνει δεκτές χωρίς να παραβιάσει τον άτεγκτο νόμο, αυτό το γνωρίζουμε. Αλλά πιστεύω πως ήξερε ότι η Αξιοθέα ήτανε γυναίκα. Πιστεύω (χωρίς να μπορώ να το αποδείξω -κανείς δε μπορεί!) πως η Αξιοθέα είχε τέτοιες διανοητικές ικανότητες που ήταν αποδεκτή κι από τον Πλάτωνα κι από τους συμφοιτητές της. Δεν αποκλείεται να βοηθούσε και το γεγονός ότι ήτανε πλούσια. Αλλά να κάνει φιλοσοφία σε τέτοιο επίπεδο και να παριστάνει μ’ επιτυχία τον άντρα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, το βρίσκω απίθανο. Καλό το σενάριο για χολιγουντιανή ταινία, αλλά στη πραγματικότητα τα πράγματα πρέπει να ‘τανε μάλλον απλούστερα: όλοι στην Αθήνα ήξεραν ότι η Αξιοθέα ήτανε γυναίκα, αλλά κάνανε τα στραβά μάτια είτε επειδή ήταν εξαιρετική περίπτωση (όμορφη κι έξυπνη) είτε επειδή ήτανε πλούσια -είτε και για τα δύο. Κυρίως όμως επειδή ήτανε καλή στη φιλοσοφία. Έτσι θέλω να πιστεύω πως έγινε. Η κλασική Αθήνα δεν ήτανε φιλική προς τις γυναίκες, αυτό δεν αμφισβητείται. Από την άλλη, οι Αθηναίοι δεν ήτανε Σπαρτιάτες, ήτανε πιο χαλαροί. Ίσως και να σκέφτηκαν: «Θέλει να κάνει φιλοσοφία; Ας κάνει. Ποιον πειράζει;» Μακάρι να έγινε έτσι.     Για το έργο της Αξιοθέας (αν υπήρξε τέτοιο έργο) δε γνωρίζουμε απολύτως τίποτα. Αν η Αξιοθέα μνημονεύεται σήμερα στην ιστορία της φιλοσοφίας, μνημονεύεται για το πάθος που είχε για τη γνώση: ήθελε να μάθει -κι έμαθε! Έκανε τ’ όνειρό της πραγματικότητα. Ακριβώς επειδή τα κατάφερε να εισχωρήσει σ’ ένα πεδίο που διαχρονικά θεωρείται αντρική υπόθεση (χωρίς να υφίσταται κανείς πραγματικός λόγος γι’ αυτό, πέραν από το επονείδιστο γεγονός ότι οι γυναίκες εκπαιδεύονται έτσι ώστε να πιστέψουν ότι δεν είναι ικανές να ασχοληθούν με κάποιους τομείς του επιστητού) έχει κερδίσει επάξια μια θέση στο εικονοστάσι των ηρώων της γνώσης. Η Αξιοθέα, ως σύμβολο, ανήκει στις καλές στιγμές της ανθρώπινης γνώσης εν γένει, της εγγενούς ανάγκης του ανθρώπου να γνωρίσει. Η Αξιοθέα είναι ιδέα. Μια πολύ καλή ιδέα.

     Διονύσιος πρός Σπεύσιππον: "Ἐκ τῆς Ἀρκαδικῆς σου μαθητρίας (Ἀξιοθέας) ἔστι καταμαθεῖν τὴν σοφίαν.     Ὑπέρ τῶν γυναικῶν πάλιν ὁ λόγος φίλτατοι, καί δη ὑπέρ Ἀξιοθέας τῆς Φλειασίας. Οἴη γυνή καί ἡ Ἀξιοθέα. Τῶν μᾶλλον ἐπισήμων μεγάλων Ἑλληνίδων τῆς ἀρχαιότητος ἦν αὕτη ἡ γυνή, φοιτήσασα πολλά ἔτη ἐν τῇ Ἀκαδημείᾳ περί τήν φιλοσοφίαν. Ἠξίωσαν δε τήν Ἀξιοθέα ἐν τῇ Ἀκαδημείᾳ τῶν μεγίστων τιμῶν τῆς σοφίας. Καί ὡς ἀληθῶς πολλάκις ἐβουλήθην ὑπόμνημα γρᾶψαι περί τῆς Ἀξιοθέας ἐν τῷ προτέρῳ. Ἄρχομαι οὖν τοῦ λόγου διηγούμενος τά τῆς Ἀξιοθέας ὑμῖν.      Ἀξιοθέα Ἑλληνίς τό γένος, ἐκ Φλιοῦντος Πελοποννήσου, ἐγενήθη ἐν ἐκείνῳ τῷ χρόνῳ, ἐν ᾧ ἡ Ἀκαδημεία ἵδρυτο ὑπό τοῦ Πλάτωνος, ὅποι περ τόν πλεῖστον χρόνον διετέλεσε ὁ Πλάτων φιλοσοφῶν ἄχρι τῆς τελευτῆς αὐτοῦ τῷ 347. Τῷ καιρῷ, ἐν ᾧ ἐγενήθη ἡ Ἀξιοθέα, ὁ Φλιοῦς ἐτύγχανε ὑπό τοῖς Λακεδαιμονίοις γεγονώς. Ἀξιοθέα οὖν ἔτι νέα οὖσα, ἐπρίατο τινά τῶν ἔργων τοῦ Πλάτωνος ὡς προμελετήσειε τήν φιλοσοφίαν, μάλιστα δε τήν τοῦ Πλάτωνος, ὥσπερ εἴρηται τῷ Θεμιστίῳ.     Ἀξιοθέα, ἀκολούθως τοῖς ἑαυτῆς βουλεύμασι, εἰς Ἀθήνας ἀφίκετο ὅπως μαθητρίς φιλοσοφίας γένηται ἐν τῇ Ἀκαδημείᾳ, ὅπερ καί ἐγένετο. Ἐνταῦθα πολλά ἔτη φοιτῶσα τοῦ Πλάτωνος ἤκουε διδάσκοντος περί σοφίαν τε καί ἐπιστήμας. Μετά Πλάτωνα θανόντα, μάλα γηραῖον ὄντα, Ἀξιοθέα μαθητρίς οὐ μόνον τοῦ Σπευσίππου, ἀνεψιοῦ τοῦ Πλάτωνος πρός μητρός, ἀλλά καί τοῦ Μενεδήμου τοῦ Ἐρετριέως ἐγένετο, ὥσπερ γέγραπται ἐν τινί παπύρῳ. Ἀξιοθέα κατά τούς Σπευσίππου χρόνους διδάσκαλος σοφίας ἐγένετο ἐν τῇ Ἀκαδημείᾳ, ἐν ᾗ τῶν ἀνδρῶν πολλοί ἤκουον αὐτῆς διδασκούσης. Σύν δε τῇ Ἀξιοθέᾳ καί ἡ Λασθένεια ἡ Μαντινική μαθητρίς τοῦ Πλάτωνος ἐγένετο ἐν ἐκείνῳ τῷ χρόνῳ".     Φησὶ δὲ Διογένης ὁ Λαέρτιος ἐν τοῖς Βίοις φιλοσόφων: "Ἐλέγοντο δὲ αὐτοῦ ( τοῦ Σπευσίππου) καὶ αἱ Πλάτωνος ἀκούειν μαθήτριαι, Λασθένειά τε ἡ Μαντινικὴ καὶ Ἀξιοθέα ἡ Φλιασία...Καὶ Πλάτων μὲν ἀτελεῖς φόρων τοὺς παρ' αὐτὸν φοιτῶντας ἐποίει· Σπεύσιπος δασμολογών καὶ παρ' ἑκόντων καὶ ἀκόντων ἐλάμβανεν".--------------------------------------------------------                       Νικαρέτη η Κορίνθια

     Η φιλόσοφος, μαθηματικός-γεωμέτρης, Νικαρέτη, ήτανε Μεγαρίς. Έζησε περί τα τέλη του 4ου με αρχές 3ου αι. π.Χ. κι υπήρξε μαθήτρια της φιλοσοφικής Μεγαρικής Σχολής. Προερχόταν από σημαντικής καταγωγής γονείς κι είχε πολύ υψηλή παιδεία για την εποχή της. Υπήρξε μαθήτρια του Μεγαρέα φιλόσοφου Στίλπωνα. Ενώ ο Αθηναίος Ονήτωρ -αν μπορεί βέβαια να εμπιστευτεί κάποιος τους λόγους αυτού-, αναφέρει πως: ο Στίλπων είχε κι ερωτικές σχέσεις με την Νικαρέτη.     Η Νικαρέτη έγραψε πολλά έργα που έχουνε χαθεί είτε έχουνε καπηλευτει απ’ άλλους. Σύμφωνα με τον Αργυρό (της βυζαντινής οικογένειας, 10ος αι. μ.Χ.), ορισμένα θεωρήματα που περιέχονται στο 1ο βιβλίο των Στοιχείων του Ευκλείδη, όπως τα: ‘’Παντός τριγώνου η μείζων πλευρά την μείζονα γωνίαν υποτείνει’’ Δηλαδή: Σε κάθε τρίγωνο η μεγαλύτερη γωνία κείται απέναντι της μεγαλύτερης πλευράς. Και, ‘’Παντός Τριγώνου οι δυο γωνίαι δύο ορθών ελάσσονές εισί πάντη μεταλαμβανόμεναι’’  Δηλαδή: ‘’Σε κάθε τρίγωνο δύο γωνίες είναι μικρότερες των δυο ορθών με οποιοδήποτε τρόπο κι αν τις πάρουμε’’, οφείλονται στη Νικαρέτη.     Συνήθως στα αρχαία κείμενα αναφέρεται σα Μεγαρίς μορφωμένη φιλόσοφος-εταίρα* με αριστοκρατική καταγωγή. Ωστόσο, η Νικαρέτη υπήρξε σπουδαία φιλόσοφος. Σ’ αυτή μάλιστα οφείλεται η επαναδιατύπωση κι η απόδειξη ολικού του γεωμετρικού θεωρήματος:  “Παντός τριγώνου μιας των πλευρών προσεκβλειθείσης, η εντός γωνία εκατέρας των εντός και απέναντι γωνιών μείζων έτσι ”.    

Ο Ιωάννης Στοβαίος, που ‘ζησε τον 5ο αι. μ.Χ., λανθασμένα αναφέρει τη Νικαρέτη, σα Κορίνθια εταίρα και φιλόσοφο! Και ο Γ. Ν. Χατζιδάκις ακλουθώντας την ίδια λάθος θεωρία (περί Κορίνθου) με τον Στοβαίο αναφέρει:  «Στη Νικαρέτη οφείλεται η επαναδιατύπωσις κι η απόδειξις του θεωρήματος» κ.τ.λ. Όμως, ο Αθηναίος που ‘ζησε 3 αιώνες νωρίτερα από τον Στοβαίο (τέλη 2ου αι. μ.Χ.) στο ΙΓ’ βιβλίο του (Δειπνοσοφιστών), αναφέρει κι αποσαφηνίζει περί καταγωγής της τα εξής:  ‘’Νικαρέτη δἐ ἡ Μεγαρὶς οὐκ ἀγεννὴς ἦν ἑταίρα, ἀλλὰ καὶ γονέων... καὶ κατὰ παιδείαν ἐπέραστος ἦν, ἠκροᾶτο δὲ Στίλπωνος τοῦ φιλοσόφου.’’ Δηλαδή: ‘’Η Νικαρέτη από τα Μέγαρα ήταν όχι ασήμαντης καταγωγής εταίρα, αλλ’ κι εξαιτίας των γονέων της […]κι εξαιτίας της καλλιέργειας της ήτανε περιζήτητη που παρακολουθούσε μαθήματα του φιλόσοφου Στίλπωνα’.’    

Αναφέρεται από τον Ν. Χατζηδάκι ως “ΤΗΣ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΙΣ”.

Την αναφέρει ακόμα κι ο Ε. Σταμάτης* Ο όρος ‘εταίρα’’ στην αρχαία Ελλάδα δεν είχε τους σημερινούς ηθικούς φραγμούς και φυσικά δεν ήταν πόρνη. Οι πόρνες (στην αρχαία Ελλάδα, όπως και σήμερα) προσφέρανε δημόσια σεξουαλικές υπηρεσίες στο σύνολο του αντρικού πληθυσμού, ενώ η εταίρα ήτανε μακροχρόνια ερωτική σύντροφος ενός ανδρός.  Οι εταίρες αποτελούσανε τις μοναδικές γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα, με εξαίρεση τις Σπαρτιάτισσες, που απολάμβαναν την ανεξαρτησία τους και μπορούσαν να διαθέτουνε προσωπική περιουσία.



-------------------------------------------------------                                   Αγνοδίκη η Αθηναία     Εδώ να μου επιτρέψετε να προσθέσω στη λίστα την άγνωστη Αγνοδίκη, -που δεν ήτανε μαθηματικός ή φιλόσοφος ή φυσικός ή αστρολόγος- που έζησε στην Αθήνα τον 4ο αι π.Χ. Πολλοί δεν το γνωρίζουν αλλά είναι η 1η γυναίκα γυναικολόγος-μαιευτήρας στην αρχαιότητα που φοίτησε κοντά στο γιατρό από την ΑλεξάνδρειαΗρόφιλο (380-320 π.Χ.). Ήτανε κι από τους πρωτοπόρους στην ανθρώπινη ανατομία για την εποχή και δίδαξε την Αγνοδίκη μαιευτική και γυναικολογία.   

 Τα περισσότερα ιστορικά στοιχεία γι’αυτήν μας τα έχει αφήσει ο μεταγενέστερος Ρωμαίος συγγραφέας Υγίνος Γάιος-Ιούλιος, που υπήρξε διευθυντής της Παλατινής Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Η Αγνοδίκη ουσιαστικά αποτέλεσε τη 1η φεμινίστρια της εποχής της κι έσπειρε τον 1ο σπόρο της ισότητας των 2 φύλων.

Το κατεστημένο της εποχής κι η αττική νομοθεσία δεν επετρεπε σε γυναίκες να ασκούνε το επαγγελμα του ιατρού, με τη ποινή μάλιστα του θανάτου. 

 Η Αγνοδίκη φέρεται ως η 1η καταγεγραμμένη στη παγκόσμια ιστορία γυναίκα που άσκησε επίσημα το επάγγελμα της μαίας. Έζησε στην αρχαία Αθήνα κατά τον 4ο π.Χ. αι. Μέχρι των ημερών της οι νόμοι της Πολιτείας απαγορεύανε την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος από μέρους των δούλων, ιδιαίτερα δε από μέρους των γυναικών έστω κι ελεύθερων. Λόγω δε των απαγορευτικών εκείνων νόμων πολλές γυναίκες ντρέπονταν να καλούν ιατρούς, άνδρες, όταν ασθενούσαν ακόμη και κατά τους τοκετούς, με συνέπεια να πεθαίνουνε σε μεγάλο βαθμό οι επίτοκοι.   

 Είχε παρατηρήσει ένα μεγάλο ποσοστό θνησιμότητας στις γυναίκες που ήταν έτοιμες να γεννήσουν διότι ντρεπόντουσαν να εξεταστούν από άνδρες. Τότε ήταν που αποφάσισε να αναλάβει δράσει και να σπουδάσει Ιατρική, ακόμα και αν γνώριζε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να τη φέρει αντιμέτωπη με τη θανατική ποινή. Δίψαγε για μάθηση, η ψυχή της επιθυμούσε να ορίζει η ίδια τον εαυτό της κι έτσι πήρε τη μεγάλη απόφαση. Φορώντας ανδρικά ενδύματα, παρουσιάσθηκε ως νεαρός σπουδαστής και φοίτησε ιατρική πλησίον του περίφημου ιατρού της αρχαιότητας Ηρόφιλου στην Αλεξάνδρεια, όπου μετά από πολλές περιπέτειες, εκπαιδεύτηκε στην ιατρική και μάλιστα με ειδίκευση στη γυναικολογία.   

Ο Ηρόφιλος, στη διάσημη σχολή που είχε ιδρύσει, δίδαξε στη Αγνοδίκη τα πάντα γύρω από τη γυναικολογία και την μαιευτική ενώ η ίδια παρακολούθησε κάθε πρακτική που εφάρμοζε ο διάσημος γιατρός. Όταν αποφοίτησε από τη σχολή του ήτανε πια μια ολοκληρωμένη γιατρός -γυναικολόγος- μαιευτήρας η οποία επέστρεψε στην Αθήνα και ξεκίνησε να ασκεί το επάγγελμα της και για να διεκδικήσει την ανεξαρτησία και την αποδέσμευση όλων των Ελληνίδων, σημειώνοντας εκπληκτικές επιτυχίες, αν συνυπολογισθεί πως ήτανε κι η μόνη στη τότε Αθήνα και γρήγορα έγινε η ευνοούμενη των εύπορων γυναικών.   

 Πάντα μεταμφιεσμένη ως άντρας, κέρδισε γρήγορα τις εντυπώσεις και όλοι μιλούσαν για τον νεαρό με τα λεπτά δάχτυλα και την περίεργη γλυκύτητα του προσώπου του. Θέλοντας να καθησυχάσει τις γυναίκες που εξέταζε τις αποκάλυπτε την πραγματική της ταυτότητα ζητώντας παράλληλα να μη το αποκαλύψουν πουθενά. Το μυστικό της όχι μόνο δε διέρρευσε αλλά η ίδια είχε τόσο πολλή δουλειά που πλέον είχε γίνει αισθητή η προτίμηση στο πρόσωπό της. 

   Η δημοτικότητά της όμως έγειρε υποψίες. Οι άνδρες γιατροί, μη γνωρίζοντας τη πραγματική ταυτότητα της, έψαχναν να βρουν κάποιο τρόπο ώστε να εξαφανίσουν τον νεαρό γιατρό που τους έκλεψε τη πελατεία κι άρχισαν να τον συκοφαντούν ότι σύναπτε ‘εξωσυζυγικές’ σχέσεις με τις κυρίες που εξετάζει. Μιάς και συνέχιζαν να θεωρούν πως ήταν άνδρας κατέφυγαν τότε στα Δικαστήρια κατηγορώντας τον ότι η φήμη του ήτανε προϊόν αθέμιτων σχέσεων με τις γυναίκες. Οι κατηγορίες μάλιστα ήταν τόσο μαζικές -αν και ψεύτικες- όπου στο τέλος συνελήφθη κι οδηγήθηκε σε δίκη.

Τότε η Αγνοδίκη βρέθηκε σε αδιέξοδο και έτσι αποφάσισε να αποκαλύψει την πραγματική της ταυτότητα. Οι θεατές του δικαστηρίου ακούγοντας την αποκάλυψή της ξέσπασαν και απαίτησαν άμεσα την θανατική της καταδίκη, παρά την έκπληξη όλων, γιατί κατηγορήθηκε σαν παραβάτης των κειμένων νόμων.   

Πλέον ήρθε αντιμέτωπη με τη κατηγορία για παράβαση του νόμου περί ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος, αφού ήτανε γυναίκα. Κάπως έτσι ακολούθησε 2η δίκη περισσότερο πολύκροτη από τη 1η αλλά αυτή τη φορά δεν ήταν μόνη της. Στο πλευρό της είχε άριστους δικηγόρους υπεράσπισης, συζύγους αρχόντων καθώς κι όλες τις γυναίκες που είχε γιατρέψει.

Οι δικαστές χωρίς να έχουν να της προσάψουν ουσιαστικά κάποια άλλη βαρειά κατηγορία, αναγκάστηκαν να την αθωώσουν γιατί το πλήθος είχε εξαγριωθεί με την άδικη αυτή κατηγορία.

Η Αγνοδίκη λοιπόν πέτυχε όχι μόνο τη πανηγυρική αθώωσή της, που πιθανώς εξ αυτού του γεγονότος να προήλθε ιστορικά το όνομά της, αλλά και κάτι που μέχρι τότε φάνταζε εξωπραγματικό: πέτυχε και την αναθεώρηση της κείμενης νομοθεσίας, επιτρέποντας έτσι, από τότε, στις γυναίκες της αρχαίας Αθήνας να σπουδάζουνε την Ιατρική και να εξασκούνε το ιατρικό λειτούργημα                        Πυθαΐς

     2ος π.Χ. αι. Γεωμέτρης, κόρη του μαθηματικού Ζηνοδώρου. Ασχολήθηκε, μαζί με τον πατέρα της, μ’ εμβαδά επιπέδων χωρίων. Την αναφέρει ο Ευτόκιος. Ο Θέων ο Αλεξανδρεύς (4ος μ.Χ. αι.) στα σχόλιά του στη “ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΙ” του Πτολεμαίου γράφει:

   “ΠΟΙΗΣΟΜΕΘΑ ΔΗ ΤΗΝ ΤΟΥΤΩΝ ΑΠΟΔΕΙΞΙΝ ΕΝ ΕΠΙΤΟΜΗ ΕΚ ΤΩΝ ΖΗΝΟΔΩΡΟΥ ΚΑΙ ΠΥΘΑΪΔΟΣ ΔΕΔΕΙΓΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΩ ΠΕΡΙ ΙΣΟΠΕΡΙΜΕΤΡΩΝ ΣΧΗΜΑΤΩΝ”.                   

  Πανδροσίων

     4ος μ.Χ. αι. Συναντάται κι ως ΠάνδροσοςΑλεξανδρινή γεωμέτρης, σχεδόν σύγχρονη με την Υπατία την επίσης Αλεξανδρινή, μάλλον μαθήτρια του Πάππου, ο οποίος της αφιερώνει και το Γ’ βιβλίο της “Συναγωγής”. Η Πανδροσίων χωρίζει τα γεωμετρικά προβλήματα σε 3 κατηγορίες:   “ΤΡΙΑ ΓΕΝΗ ΕΙΝΑΙ ΤΩΝ ΕΝ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΝ ΑΥΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΑ ΚΑΛΕΙΣΘΑΙ, ΤΑ ΔΕ ΓΡΑΜΜΙΚΑ”                   ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ       

Πυθαγόρειες Γυναίκες (γύρω στον 6ο-5ο π.Χ. αιώνα)     Ο Ιάμβλιχος στο έργο του “ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΙΚΟΥ ΒΙΟΥ” διέσωσε τα ονόματα πυθαγορείων γυναικών που τανε γνώστριες της πυθαγόρειας φιλοσοφίας και των πυθαγορείων μαθηματικών. Αυτές σε λίστα είναι οι εξής:   



                                  Διοτίμα

Ρυνδακώ, αδελφή Βυνδάκου.

Οκκελώ κι Εκκελώ (αδελφές) από τις Λευκάνες.

Χειλωνίς, κόρη Χείλωνος του Λακεδαιμονίου.

Κρατησίκλεια, σύζυγος Κλεάνορος του Λακεδαιμονίου.

Λασθένεια η Αρκάς.

Αβροτέλεια κόρη Αβροτέλους του Ταραντίνου.

Εχεκράτεια η Φλιασία.

Θεανώ γυναίκα του Μεταποντίνου Βροντίνου. (Δεν πρέπει να συγχέεται με τη Θεανώ τη σύζυγο του Πυθαγόρου και κόρη του Κροτωνιάτη Βροντίνου)

Τυρσηνίς, η Συβαρίτις.

Πεισιρρόδη η Ταραντινίς.

Θεαδούσα η Λάκαινα.

Βοιώ η Αργεία.

Βαβέλυκα η Αργεία.

Κλεαίχμα αδελφή Αυτοχαρίδα του Λάκωνος.

Νισθαιαδούσα.

Διότιμα

Περικτιόνη

Βιτάλη΄ή Βιστάλα

Θεμιστόκλεια

Θεανώ

Δαμώ

Αριγνώτη

Μύια

Δεινώ

Ελορίς (γνώστρια γεωμετρίας)

Φίντυς

Μέλισσα

Τυμίχα

Πτολεμαΐς

 

Comments


bottom of page