Αφιέρωμα τους ήρωες της Ελληνικής επανάστασης του 1821..13..
- Κων/να Σαραντοπούλου
- Apr 6
- 8 min read
Updated: Apr 7

Παπαφλέσσας (Γρηγόριος Δικαίος)
Παπαφλέσ(σ)ας (Πολιανή Μεσσηνίας 1786 – Μανιάκι Μεσσηνίας 1825)
Γρηγόριος Δικαίος: «Ο Μπουρλοτιέρης Των Ψυχών»
Με αφορμή την εθνική μας εορτή για την 25η Μαρτίου, το σημερινό άρθρο θα ρίξει φως σε μια ηρωική μορφή της επανάστασης του 1821.
Ο Γρηγόριος Δικαίος γεννήθηκε στην Πολιανή Μεσσηνίας το 1788 και ήταν υστερότοκος γιος, από δεύτερο γάμο, του Δημητρίου Δικαίου, ο οποίος είχε συνολικά 28 παιδιά. Μητέρα του ήταν η Κωνσταντίνα Ἀδροναίου. Το κοσμικό όνομά του ήταν Γεώργιος Δικαίος του Δημητρίου. Από την παιδική του ηλικία ο Παπαφλέσσας ήταν μάρτυρας ακραίων ωμοτήτων των Τούρκων εις βάρος των Ελλήνων (σφαγές, λεηλασίες) γεγονός που αύξησε το μίσος εναντίον των Τούρκων. Φοίτησε στη Σχολή Δημητσάνας, την οποία δεν την τελείωσε και μόνασε το 1816 στο μοναστήρι της Παναγιάς της Βελανιδιάς στην Καλαμάτα, όπου πήρε το όνομα Γρηγόριος. Εξαιτίας του επαναστατικού χαρακτήρα του, ήλθε σε σύγκρουση με τον επίσκοπο Μονεμβασιάς, έφυγε από τη μονή του και πήγε σε άλλο μοναστήρι, αυτό της Ρεκίτσας. Η νέα σύγκρουσή του με Τούρκο αξιωματούχο για τα περιουσιακά της μονής τον παρώθησε να αφήσει την Πελοπόννησο και να περάσει στη Ζάκυνθο, όπου γνώρισε τον Κολοκοτρώνη. Μετά από έναν καυγά με τον γέρο του Μοριά, εγκατέλειψε την Ζάκυνθο και κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό να ικανοποιήσει τις προσωπικές του φιλοδοξίες. Εκεί χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης μέσα σε γρήγορο χρονικό διάστημα.
Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου 1818. Στα έγγραφα της Εταιρείας υπέγραφε με το όνομα Αρμόδιος και ως διακριτικά έβαζε τα αρχικά Α.Μ. Η μύησή του έγινε στην οικία των Αινιάνων στα Θεραπειά. Στο Βουκουρέστι όμως επειδή ο Αναγνωστόπουλος δεν αποκάλυψε την δομή της Φιλικής Εταιρείας, ο Αρχιμανδρίτης τον απείλησε με ένα μαχαίρι ότι θα τον σκοτώσει και θα αποκαλύψει στον σουλτάνο τα σχεδία της φιλικής εταιρείας. Τον Μάιο του 1820 στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας συγκαλείται σύσκεψη των στελεχών της Φιλικής Εταιρείας από τον Υψηλάντη. Συμμετείχε και ο Δικαίος, ο οποίος τόσο πριν τη σύγκληση της σύσκεψης με επιστολές που έστειλε προς τον Υψηλάντη από την Κωνσταντινούπολη, όσο και στις εργασίες της σύσκεψης υποστήριξε την άποψη για επίσπευση της έναρξης της Επανάστασης, παρουσιάζοντας πλαστά έγγραφα που εμφάνιζαν την Πελοπόννησο πανέτοιμη για επανάσταση.
Στην Πελοπόννησο
Ο Παπαφλέσσας, τέλη Νοεμβρίου του 1820, αγοράσε καράβι από την Κωνσταντινούπολη στο όνομα του Φιλικού Παλαιολόγου Λεμονή και αφού έλαβε το ποσό των 90.000 γροσιών από την τοπική Εφορία της Εταιρείας, αναχώρησε για Πελοπόννησο. Το δρομολόγιό του ήταν διαδοχικά οι Κυδωνιές όπου φόρτωσε ένα πλοίο πυρομαχικά με προορισμό τη Μάνη, η Ύδρα όπου συνάντησε μια αμφιθυμική κατάσταση (οι Φιλικοί Οικονόμου, Γκίκας, Κυριαζής ενθουσιάστηκαν μαζί του, ενώ ο Κουντουριώτης και οι άλλοι προύχοντες ήτανεπιφυλακτικοί), οι Σπέτσες όπου κι εκεί συνάντησε την ίδια αμφιθυμική κατάσταση μεταξύ των προκρίτων. Προεστοί της Πελοποννήσου έστειλαν τον Παναγιώτη Αρβάλη με σκοπό να τον βολιδοσκοπήσει και τελικά ασπάσθηκε τις απόψεις του. Αυτό τον έκανε στα μάτια των προκρίτων «πιο επικίνδυνο και αποφάσισαν να τον απομονώσουν». Γι’αυτό κυκλοφορούσε με ενόπλους σωματοφύλακες όταν πέρασε στην Πελοπόννησο.
Η Συνέλευση της Βοστίτσας
Στις εργασίες της Συνέλευσης της Βοστίτσας συμμετείχε και ο Παπαφλέσσας, ο οποίος παρουσίασε τις εντολές του Αλέξανδρου Υψηλάντη σχετικά με την έναρξη της Επανάστασης στο Μοριά. Αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη, δισταγμό και ανοιχτή εχθρότητα: κυρίως συγκρούστηκαν μαζί του ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Ανδρέας Ζαΐμης. Προτάθηκε η απόσυρσή του στο μοναστήρι της Σιδηρόπορτας προκειμένου να μην θέσει σε κίνδυνο την Επανάσταση. Ο Δικαίος απείλησε όμως τους προκρίτους πως θα ξεκινούσε μόνος του την επανάσταση μισθώνοντας 1000 Πελοποννήσιους χωρικούς και άλλους τόσους Μανιάτες, λέγοντας «κι όποιον πιάσουν χωρίς όπλα οι Τούρκοι ας τον θανατώσουν».
Στη συνέχεια κινήθηκε στην Γορτυνία και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου προκειμένου να έλθει σε επαφή με Προκρίτους και οπλαρχηγούς. Παρουσιαζόταν ως προσωρινός εκπρόσωπος του Υψηλάντη και ανακοίνωνε ότι είχε οριστεί η 25 Μαρτίου ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης. Στα Λαγκάδια στις 14 Φεβρουαρίου συναντήθηκε με τους Δεληγιανναίους οι οποίοι ήταν δύσπιστοι για όσα έλεγε και τον φυγαδεύουν στο μικρό μοναστήρι Γαρδίκι της Πολιανής. Από τη μονή Γαρδικίου όπου βρίσκεται στέλνει επιστολή στον Υψηλάντη και του ζητά να επισπεύσει τον ερχομό του. Έπειτα συναντά τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στις Κυτριές και προκειμένου να κάμψει του δισταγμούς του, του υπόσχεται , μετά την απελευθέρωση, την ηγεμονία της Πελοποννήσου. Η παρακίνησή του σε κάποια πρόσωπα βρίσκει ανταπόκριση: στις 14 Μαρτίου ο Νικόλαος Χριστοδούλου ή Σολιώτης ,ταχυδρόμος, σκοτώνει μαζί με άλλους τρεις Τούρκους εισπράκτορες. Ο Παπαφλέσσας έρχεται σε επαφή με τους Κολοκοτρώνη και Νικηταρά, μοιράζει μικρούς και μεγάλους στρατιωτικούς βαθμούς σε σημαντικούς οπλοφόρους με εντολή να μαζέψουν και να εξοπλίσουν χωρικούς. Επίσης μετά την άφιξη των πολεμοφοδίων που οι Φιλικοί της Σμύρνης είχαν στείλει, αναθέτει την μεταφορά στους Νικηταρά και Αναγνωσταρά, ενώ με «τέχνασμα» εξασφαλίζει άδεια εκτελωνισμού αυτού του φορτίου από τον Πετρόμπεη.
Στις 23 Μαρτίου εισέρχεται με το σώμα του και με άλλους οπλαρχηγούς υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στην Καλαμάτα. Μετά κινήθηκε στην Ανδρίτσαινα , στην Καρύταινα, στα Βέρβαινα, στο Άργος, όπου πήγε προς ενίσχυση των πολιορκημένων Ελλήνων του κάστρου με 15 άνδρες και τέλος στην Κόρινθο για να ανακόψει τις τουρκικές δυνάμεις που κινούνταν προς τα εκεί. Τον Ιούλιο του 1821 βρέθηκε στα Μεγάλα Δερβένια της Μεγαρίδος προκειμένου να ανακόψει την πορεία του Ομέρ Βρυώνη και τον Δεκέμβριο στην Κορινθία, όταν παραδόθηκε το κάστρο της Ακροκορίνθου στους Έλληνες. Όταν εκδηλώθηκε η ρήξη ανάμεσα στον Υψηλάντη και τους προκρίτους –το καλοκαίρι του 1821– ως αποτέλεσμα της πρότασης που έκανε ο πρώτος στους δεύτερους ,σχετικά με την κατάργηση κάθε πολιτικής αρχής που δεν είχε διοριστεί από τον ίδιο, και μετά την άρνηση των δεύτερων να αποδεχθούν τις προτάσεις αυτές αποχώρησε από τα Βέρβενα ο Υψηλάντης μαζί με τον Δικαίο, ο οποίος ήταν ένας από αυτούς που διαφώνησαν με τους προκρίτους και όπως φαίνεται υποκίνησε και τη στάση των στρατιωτών απέναντί των συγκεντρωμένων προκρίτων στα Βέρβενα. Στη Συνέλευση της Επιδαύρου (Δεκέμβριος του 1821) συμμετέχει ως πληρεξούσιος και ονομάζεται γερουσιαστής. Συμμετέχει, επίσης, τον Ιούνιο του 1822 σε επιτροπή για την εφαρμογή της συνθήκης παράδοσης του Ναυπλίου. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς μαζί με τον Κολοκοτρώνη και άλλους οπλαρχηγούς προσπαθούν να αποκλείσουν τον Δράμαλη στην Κορινθία με την κατάληψη επίκαιρων θέσεων και τη συμμετοχή του στη μάχη του Αγιονορίου. Η Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος της Κυνουρίας τον εκλέγει Υπουργό των Εσωτερικών, θέση στην οποία θα παραμείνει μέχρι τον θάνατό του. Στη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο του εντέλλεται από την κυβέρνηση να συντάξει εγκύκλιο επιστολή ‘’προς τους Έλληνας της Δυτικής Εκκλησίας’’ με σκοπό την ευαισθητοποίησή τους στον κοινό αγώνα.
Ως Υπουργός των εσωτερικών καθορίζει τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των πολιτών προς το Έθνος. Αρχικά τάχθηκε με την παράταξη του Κολοκοτρώνη και αποδείχθηκε «αμφίρροπος εις τας κομματικάς του πεποιθήσεις κατά τον εμφύλιων πόλεμων». Την ίδια χρονιά- οπότε η κυβέρνηση Κουντουριώτη διέταξε την εκλογή παραστατών για την γ΄ περίοδο της διοικήσεως -προκλήθηκαν αντιθέσεις σχετικά με την εκλογή παραστάτη της επαρχίας Λεονταρίου. Οι ντόπιοι ήθελαν τον Πέτρο Σαλαμονό, ενώ οι κυβερνητικοί, μεταξύ αυτών και ο Παπαφλέσσας, Υπουργός των Εσωτερικών και της Αστυνομίας, ο οποίος παρενέβη, τον Νικόλαο Μιλιάνη.
Όταν το 1825 ο Ιμπραήμ πασάς εισέβαλε στην Πελοπόννησο, πρώτος ο Παπαφλέσσας ζήτησε να ελευθερωθούν οι φυλακισμένοι πολεμιστές, αλλά δεν εισακούστηκε. Έτσι αναγκάστηκε να εκστρατεύσει ο ίδιος, αφού διορίστηκε από το Εκτελεστικό Σώμα στις 27 Απριλίου 1825, περιέρχεται από την επόμενη μέρα την κεντρική και νοτιοδυτική Πελοπόννησο με σκοπό τη στρατολόγηση ανδρών. Το δρομολόγιό του ήταν αναχώρηση από Ναύπλιο, και μετάβαση διαδοχικά σε Τρίπολη, Λεοντάρι. Ο Παπαφλέσσας με συνεχείς του εκκλήσεις ζητά την απελευθέρωση του Κολοκοτρώνη και των άλλων αγωνιστών που κρατούνταν στην Ύδρα. Είχε καταφέρει να συγκεντρώσει περίπου 2.000 πολεμιστές.
Η ΕΠΙΣΤΟΛΉ ΠΡΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΌ ΤΟΥ:
«Νικήτα, Έλαβα την επιστολήν σου και εις απάντησιν σου λέγω ότι δεν είμαι σαν και σε και σαν τον κουμπάρο σου τον Κεφάλα, όπου τρέχετε από ράχη σε ράχη στους Αηλιάδες.
Εγώ άπαξ ωρκίσθην να χύσω το αίμα μου εις την ανάγκην της πατρίδος, και αυτή είναι η ώρα. Εύχομαι δε εις τον Θεόν πρώτη μπάλα τον Ιμβραήμ να με πάρει εις το κεφάλι, διότι σας γράφω να ταχύνετε τον ερχομόν σας και σεις μου γράφετε κουραφέξαλα.
Νικήτα, πρώτη και τελευταία επιστολή μου είναι αυτή. Βάστα την να την διαβάζεις καμιά φορά να με θυμάσαι και να κλαις».
Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ
Η μάχη άρχισε το πρωί της 20ης Μαΐου 1825 και κράτησε περίπου οκτώ ώρες. Για τους πεπειραμένους Αιγύπτιους και τους Γάλλους αξιωματικούς τους δεν θα ήταν δύσκολο να κάμψουν την αντίσταση των λιγοστών Ελλήνων, παρότι οι τελευταίοι πολέμησαν με υπέρμετρη γενναιότητα. Έτσι, οι δυνάμεις του Ιμπραήμ τους περικύκλωσαν και επιτέθηκαν με διαδοχικές εφόδους οι οποίες αποκρούστηκαν. Κατά το μεσημέρι ο στρατός του Ιμπραήμ σταμάτησε τις επιθέσεις για να γευματίσει. Τότε οι άλλοι Έλληνες οπλαρχηγοί συμβούλευσαν τον Παπαφλέσσα να επιχειρηθεί έξοδος ώστε να γλυτώσουν όσο γίνεται περισσότεροι πολεμιστές, καθώς θα τους βοηθούσε το ορεινό έδαφος. Ωστόσο ο Παπαφλέσσας δεν δέχθηκε για διάφορους λόγους. Όχι μόνο ήταν οργισμένος που εγκαταλείφθηκε από τους άνδρες του και δεν ήθελε να γυρίσει ηττημένος στο Ναύπλιο, αλλά επίσης πίστευε ότι ελάχιστοι θα γλύτωναν από τα πυρά του αιγυπτιακού τακτικού στρατού. Επιπλέον, ήταν βέβαιος πως σύντομα θα κατέφθαναν οι ενισχύσεις.
Όταν οι Αιγύπτιοι πραγματοποίησαν γενική έφοδο, η αντίσταση των Ελλήνων σπάει και πολλοί Έλληνες πέφτουν νεκροί ,ανάμεσά τους και ο Παπαφλέσσας του οποίου το σώμα και το κεφάλι βρέθηκαν σε διαφορετικά σημεία. Ελάχιστοι μόνο κατάφεραν να διαφύγουν πολεμώντας σκληρά, ένας από αυτούς ήταν ο Δημήτριος ο Χίος όπου έσκισε των σταυρό από την σημαία και με το σπαθί κατάφερε να διαφύγει. Μετά το τέλος της μάχης ο Ιμπραήμ ζήτησε να δει το σώμα του Παπαφλέσσα, το προσκόμισαν στον Ιμπραήμ και σύμφωνα με την παράδοση τον φίλησε.
Οι Αιγύπτιοι είχαν υποστεί τρομακτικές απώλειες. Οι πήγες κάνουν λόγο για 1.200 νεκρούς και 800 τραυματίες. Οι Έλληνες συνειδητοποίησαν ότι ο Ιμπραήμ δεν ήταν ανίκητος, συσπειρώθηκαν γύρω από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη έτοιμοι για την μέχρι έσχατων αντίσταση.

Εμμανουήλ Παπάς
Παπάς Εμμανουήλ (Δοβίστα Σερρών 1772 – Ύδρα 1821)
Πρωτεργάτης στην εξέγερση της Χαλκιδικής με εντολές της Φιλικής Εταιρείας, της οποίας ήταν επίλεκτο μέλος. Οι Τούρκοι κινητοποίησαν ισχυρές δυνάμεις από την Πόλη και τη Θεσ/νίκη, με αποτέλεσμα να πνίξουν στο αίμα την εξέγερση σε όλα τα επαναστατημένα μέρη της Χαλκιδικής. Παράλληλα, του δήμευσαν την περιουσία στις Σέρρες, του έκαψαν το σπίτι και συνέλαβαν πολλούς συγγενείς του. Μετά την αποτυχία, μπαίνει σε πλοίο με μερικούς πιστούς συντρόφους του και κατευθύνεται στην Ύδρα για να συνεχίσει από εκεί την επιθετική του δράση εναντίον των Τούρκων. Πέθανε από συγκοπή, λίγο πριν φθάσει στον προορισμό του και ενταφιάστηκε εκεί.

Ασημάκης Φωτήλας
Φωτήλας Ασημάκης (Καλάβρυτα, 1761-1835)
Πρόκριτος των Καλαβρύτων, φιλικός και από τους εξέχοντες Πελοποννήσιους αρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Υποστηρικτής της άμεσης κήρυξης του Αγώνα επισήμανε στις συσκέψεις των αρχιερέων και προκρίτων τους κινδύνους από την οποιαδήποτε αναβολή. Πήρε μέρος στην πρώτη σοβαρή πολεμική επιχείρηση του Αγώνα στα Καλάβρυτα τα οποία ύστερα από πενθήμερη πολιορκία παραδόθηκαν. Ο Ασημάκης Φωτήλας πήρε ενεργό μέρος και στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας. Πληρεξούσιος στην Α Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου διετέλεσε αντιπρόεδρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και μέλος του Εκτελεστικού Σώματος. Στην περίοδο της εμφύλιας διαμάχης επέδειξε μετριοπάθεια, αρνούμενος να συμπράξει στη δίωξη αντικυβερνητικών και προτιμώντας να παραιτηθεί. Το 1825 έπαψε να μετέχει στα πολιτικά πράγματα, συνέχισε όμως να ενισχύει ηθικά και υλικά τον Αγώνα και να εκλέγεται πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις.

Αντώνιος Κριεζής
Κριεζής Αντώνιος – (Τροιζήνα 1796 Αθήνα 1865)
Αγωνιστής του 1821 και πρωθυπουργός της Ελλάδας (1849 – 54). Τον Ιούλιο του 1821 πήρε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις στη Σάμο και στη ναυμαχία των Σπετσών. Tο 1825 ακολούθησε τον Κανάρη στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας στην απόπειρα πυρπόλησης του αιγυπτιακού στόλου και βοήθησε στον Αγώνα της Κρήτης. Το 1826 ο Καποδίστριας του ανέθεσε την αρχηγία της ναυτικής μοίρας και το 1829 συνετέλεσε στην παράδοση των Τούρκων της Βόνιτσας. Το 1836 έγινε υπουργός των Ναυτικών, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1843. Το 1849 διαδέχτηκε τον Κανάρη στην πρωθυπουργία.

コメント